Εχουν γίνει κοινός τόπος σε όλους μας οι όροι υποσεινήδητο και ασυνείδητο, τους ακούμε και τους κουβεντιάζουμε καθημερινά, άλλοτε έχοντας συνείδηση τη λέμε, κατανοώντας το νόημά τους και άλλοτε όχι. Πάντως είναι γεγονός πως αυτόβουλοι άνθρωποι, άν υπάρχουν, είναι ελάχιστοι και εννοώ τους ανθρώπους  με ελεύθερη βούληση και θέληση, από κάθε αποθυμένη επιθυμία και ένστικτο. Στους περισσότερους υπάρχουν πολλές διαφορές, συνειδητές ή ασυνείδητες, μεταξύ συνειδητής και ασυνείδητης βουλήσεως, ή παρατηρείται το φαινόμενο της αβουλίας και της αναποφασιστικότητας.
 Όλα αυτά τα έχει υπαινιχθεί σαφώς το Ευαγγέλιο, τα έχουν δει στη πράξη οι ορθόδοξοι ασκητές και τα έχει αναλύσει διεξοδικά η ψυχολογία του βάθους στον εικοστό αιώνα. Οι τρεις εκπρόσωποι της ψυχολογίας του βάθους, Φρόϋντ, Γιούνκγ και  Άντλερ είχαν διαπιστώσει στην κλινική πράξη το απύθμενο βάθος της ανθρώπινης προσωπικότητας, που τη διαχώρισαν σε συνειδητό και ασυνείδητο μέρος. Μελετώντας τους διαπιστώνουμε υπό το φως της επιστήμης τον κατακερματισμό του ανθρώπινου προσώπου, αλλά και τον σημαντικό ρόλο του ασυνειδήτου στη λήψη αποφάσεων, αλλά και τον έλεγχο αυτής ακόμη της βούλησης και της θέλησης από το ασυνείδητο σε τέτοιο σημείο ώστε να ομιλούμε για ανελευθερία . Κατά τον Φρόϋντ λοιπόν το «εγώ» το ορίζει η απωθημένη Libido, δηλαδή η απωθημένη ερωτική επιθυμία, ένστικτα και ενορμήσεις του ασυνειδήτου. Κατά τον Γιούνκγ το «εγώ» επιρεάζεται από τα «αρχέτυπα του ασυνειδήτου» που το κατακλίζουν και ορίζουν τις αποφάσεις του. Ενώ κατά τον Άντλερ το «εγώ» περνά τη ζωή του προσπαθώντας να αποκτήσει δύναμη για να επιβληθεί στο αίσθημα αδυναμίας και κατωτερότητος που του επιβάλλει ο ασυνείδητος κόσμος του από την ημέρα που γεννιέται. Το ασυνείδητο λοιπόν κατακλίζεται  από ένστικτα, ορμές, αρχέτυπα, επιθετικότητα, αισθήματα κατωτερότητος και ανωτερότητος. Ολα αυτά στην εκκλησιαστική γλώσα λέγονται «πάθη», και έχουν αποτελέσει αντικείμενο πνευματικού αγώνα από τους αγίους ασκητές για την εξάληψή τους ή τη μεταμόρφωσή τους.
 Εκείνο που θέλω τώρα να τονίσω είναι πως στους περισσότερους από εμάς υπάρχει τεράστια  διάσταση μεταξύ του συνειδητού και του ασυνειδήτου μέρους της ψυχής μας, σε σημείο τέτοιο που πολλές φορές να αδυνατεί η βούλησή μας να αποφασίσει ελεύθερα. Μιλώντας για βούληση, εννοούμε την συνισταμένη όλου του ψυχοδυναμισμού που ορίζει τις αποφάσεις του ατόμου και τη θέλησή του. Η πείρα έχει δείξει πως μόνο στον τέλειο άνθρωπο, που είναι ο άγιος, δεν υπάρχει διάσταση μεταξύ συνειδητού και ασυνειδήτου μέρους της ψυχής, αλλά υπάρχει ταύτιση. Στον άγιο το ασυνείδητο αφομοιώνεται από το συνειδητό, όλα όσα περιγράψαμε ως «πάθη» δεν υπάρχουν και την θέση τους έχουν πάρει αντίστοιχες αρετές.
Ετσι έχουμε έναν καινούργιο άνθρωπο, «ξαναγεννημένο άνωθεν» αυτή τη φορά, με μία  Χριστοκεντρική  πρόσωπικότητα και ισχυρή θέληση, έναν ολοκληρωμένο άνθρωπο στον οποίο δεν υπάρχουν άγνωστες ασυνείδητες πτυχές. Αυτό συμβαίνει με την έντονη άσκηση και την επικέντρωση όλου του ανθρώπινου είναι στο Θείο θέλημα μέχρι αυτομίσους, δίχως προϋποθέσεις. Τότε στον άνθρωπο δημιουργείται ένα πνευματικό κέντρο που έχει όνομα και είναι ο Χριστός. Ο άνθρωπος Χριστοποιείται, αγιάζεται και παύει σιγά-σιγά να ζει τον διχασμό στην ύπαρξή του.