Δευτέρα 28 Ιουλίου 2014

Μπορεῖ ἡ ὀρθόδοξη νηπτική παράδοσις νά ἀποτελέσει «ψυχοθεραπευτικό μοντέλο;»

Πρωτοπρεσβυτέρου Ἰωάννου Κ. Φωτοπούλου.

Μή δότε τά ἅγια τοῖς κυσί μηδέ βάλετε τούς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων 

(Ματθ. 7, 6).

Στή σχετικῶς προσφάτως δημοσιευθεῖσα ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου στό 2ο Συμπόσιο Νοσηλευτικῆς Ὀγκολογίας στό ΓΝΑ τό φθινόπωρο τοῦ 2013 μέ θέμα «Θεραπευτικές δυνατότητες τῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας» διαβάσαμε τά ἐξῆς σχετικά μέ τό «θεραπευτικό μοντέλο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας»: ¨τή φιλοκαλική ζωή πού εἶναι συνδεδεμένη μέ τή λειτουργική καί μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, τήν...χαρακτήρισα ὡς ὀρθόδοξη ψυχοθεραπεία¨. Κατόπιν ἐξηγεῖ μέ σαφήνεια ὅτι «ἡ νηπτική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι μιά ξεχωριστή θεωρία, ἀλλά
συνδέεται ἀπόλυτα μέ τήν ὅλη ἐκκλησιαστική ζωή.  Δηλαδή δέν μπορεῖ κανείς νά ἀναζητήση αὐτήν τή θεραπευτική θεωρία γιά νά τήν ἐφαρμόση, χωρίς νά συμμετέχει στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας». 
I. Μετά πάντως ἀπό αὐτή τήν ὀρθή ἐπισήμανση  προξενεῖ ἐντύπωση ἡ θετική ἀναφορά τοῦ Σεβασμιωτάτου σέ ἄρθρο κάποιου Tony Young, πού περιλαμβάνεται στό Ἐγχειρίδιο ψυχοθεραπείας τῆς Ἀμερικανικῆς ψυχολογικῆς Ἑταιρείας. Ἐκεῖ ὁ ἐν λόγῳ ψυχοθεραπευτής γράφει ὅτι «πολλές ἀπό τίς πνευματικές πρακτικές καί πεποιθήσεις τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδοξίας μποροῦν νά ἔχουν θετικό συναισθηματικό ἤ ψυχολογικό ἀποτέλεσμα....» ὅτι «ἡ εὐχή τοῦ Ἰησοῦ ἐκτός ἀπό τό ὅτι ἐπικεντρώνει τό μυαλό καί τήν καρδιά στό Θεό καί ὠθεῖ τόν ἄνθρωπο νά ζῇ λεπτό πρός λεπτό στή συνειδητοποίηση τῆς παρουσίας του ἔχει καί ἕνα ἠρεμιστικό ἀποτέλεσμα. Ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο σέ καλλίτερη ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ του καί τῶν παθῶν του καί σέ αὐτογνωσία».    Εἶναι ὀρθά τά ἀνωτέρω; Εἶναι περίπου ὀρθά ἄν ἀντιληφθοῦμε ὅτι ὁ Τ. Young σάν πρακτικός ἀμερικάνος θεωρεῖ τήν ἀσκητική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας περισσότερο σάν ἕνα σύστημα πεποιθήσεων καί πρακτικῶν πού ἔχουν συναισθηματικό ἤ ψυχολογικό καί ἠρεμιστικό ἀποτέλεσμα.

Κυριακή 27 Ιουλίου 2014

Ο Εκκλησιασμός Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Η πίστη στο Θεό και η συμμετοχή στη θεία λατρεία, προπαντός στην ευχαριστιακή σύναξη, αποτελούν για κάθε ζωντανό μέλος της Εκκλησίας δυο πραγματικότητες αξεχώριστες. Ο αληθινός χριστιανός δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τη θεία Λειτουργία. Τα υπερώα του Μυστικού Δείπνου και της Πεντηκοστής, που συνέχειά τους είναι οι ιεροί ναοί, αποτελούν κατεξοχήν τους τόπους της παρουσίας του Θεού και την διανομής των θείων χαρισμάτων. Η «ομοθυμαδόν επί το αυτό» προσκαρτέρηση των πιστών εκφράζει την ενότητα του εκκλησιαστικού σώματος, που εδώ και τώρα προγεύεται τα αγαθά της βασιλείας του Θεού. Αυτή την αλήθεια απηχούν και οι άγιοι Πατέρες της Πενθέκτης Συνόδου (691), όταν παραγγέλλουν ν’ αποκόπτεται από το σώμα της Εκκλησίας εκείνος που, χωρίς σοβαρό λόγο, δεν εκκλησιάζεται για τρεις συνεχείς Κυριακές.
Ο τακτικός εκκλησιασμός δεν αποτελεί για τον πιστό μιαν απλή συνήθεια, ένα τυπικό θρησκευτικό καθήκον, μια κοινωνική υποχρέωση ή έστω μια ψυχολογική διέξοδο από τον ασφυκτικό κλοιό της καθημερινότητος. Αντίθετα, με την προσέλευσή του στο ναό εκφράζει μιαν υπαρξιακή του ανάγκη. Την ανάγκη να ζήσει αληθινά, αυθεντικά. Να συναντήσει την Πηγή της ζωής του, το Δημιουργό του, και να ενωθεί μαζί Του. Να εκφράσει την αγάπη και την ευλάβειά του στην Παναγία μας και στους Αγίους, του φίλους του Θεού. Να νιώσει δίπλα του τους πνευματικούς του αδελφούς.
Το σώμα και το αίμα του Χριστού, που μεταλαβαίνει στη θεία Λειτουργία, του χαρίζουν αυτή την πληρότητα, τον κάνουν να αισθάνεται «συμπολίτης των αγίων και οικείος του Θεού». Έτσι, αναχωρεί από το ναό με τη δύναμη ν’ αντιμετωπίσει σύμφωνα με το θείο θέλημα και με την προοπτική της αιώνιας ζωής τη φθαρτότητα του καθημερινού του βίου.
Στις μέρες μας, που το ψεύτικο και απατηλό περισσεύει και που οι ανθρώπινες ελπίδες από παντού διαψεύδονται, το ενδιαφέρον για την ορθόδοξη λατρεία συνεχώς αυξάνεται, καθώς πολλοί ανακαλύπτουν σ’ αυτήν το νόημα της ζωής. Ωστόσο, είναι αλήθεια, οι περισσότεροι αδελφοί μας απουσιάζουν από τις εκκλησίες μας…

Ο ρόλος των Πατέρων στην ερμηνεία της Αγίας Γραφής

Τα κείμενα των αγίων Πατέρων, είναι για τους Χριστιανούς μια ευλογημένη προμήθεια του Θεού. Εκεί φαίνεται ο φωτισμός και συχνά η θεοπνευστία των αγίων, που αποτελούν ασφαλή οδηγό προς τον Χριστό. Όμως μερικοί Χριστιανοί πέφτουν σε έναν ιδιόμορφο τύπο «Ορθοδοξίζοντος Προτεσταντισμού». Όπως οι Προτεστάντες λένε: "δεν δέχομαι τίποτα αν δεν το δω από την Αγία Γραφή", έτσι και οι Χριστιανοί αυτοί, επειδή δεν έχουν σαφή εικόνα των Αγίων Γραφών, τις «φοβούνται», και λένε: «Δεν δέχομαι τίποτα αν δεν το δω από τους Πατέρες». Λες και η πίστη μας είναι νεκρό γράμμα! Στο άρθρο αυτό λοιπόν, θα δούμε αν πράγματι είναι τόσο απόλυτη η ερμηνευτική αποκλειστικότητα των αγίων Πατέρων.
Ας δούμε ποια δικαίωση είναι δυνατό να έχει καθεαυτή η θέση πως οι Πατέρες εξηγητές προσφέρουν μασημένη τροφή, που δήθεν καθιστά περιττή την κατευθείαν από μας μάσηση της αγιογραφικής τροφής.
Λένε μερικοί: «Είναι τόσο δύσκολο να εξηγήσει και να καταλαβαίνει κανείς τις άγιες Γραφές. Διαβάζοντας όμως κανείς τα Εξηγητικά των Πατέρων, βρίσκει εκεί έτοιμη και μασημένη την τροφή που θέλει».
Εν πρώτοις, πρέπει να σημειωθεί πως μία τέτοια διατύπωση έχει χαρακτήρα «οικονομικό» και «παιδαγωγικό»∙ δεν είναι η ορολογία της θεολογίας αυτή. Μέθοδοι οικοδομής των πιστών δεν πρέπει να συγχέονται με τη θεολογία. Οι ίδιοι οι Πατέρες διαρκώς παραπέμπουν τους χριστιανούς στην Αγία Γραφή. Είναι πολύ διδακτικό το γεγονός ότι η όλη διδασκαλία τους, όχι μόνο η θεολογική, αλλά και η πρακτική-οικοδομητική στηρίζεται στις Γραφές. Την κατήχηση, δηλαδή και την οικοδομή των χριστιανών αντιλαμβάνονται σαν γνώση των Γραφών και ανάλυση του νοήματός τους. Ουδέποτε δε διανοήθηκαν ότι τα συγγράμματά τους θα μπορούσαν να υποκαταστήσουν τα Ευαγγέλια και τις Επιστολές της Κ. Διαθήκης! Γι’ αυτούς η γραφή υπήρξε πάντοτε όχι μόνο το κριτήριο των απόψεών τους, αλλά και ανεξάντλητο θησαυροφυλάκιο εμπνεύσεως και ζωής πνευματικής.

Περί εξομολογήσεως και πνευματικής καθοδηγήσεως

Η Εκκλησία έχει δύο τρόπους καθοδηγήσεως των ψυχών: Την ακρίβεια και την οικονομία. Τα ζητήματα, που επιδέχονται οικονομία, ο Πνευματικός πρέπει να τα χειρίζεται με προσοχή, προσευχή και διάκριση, ώστε να προκύπτη ωφέλεια και όχι βλάβη. Στα ζητήματα όμως, που δεν είναι επιδεκτικά οικονομίας, να είναι αυστηρότατος, για να μη κατακριθή εν ημέρα Κρίσεως ως θεομάχος. Ο Πνευματικός κατά το Μυστήριο της Ιεράς Εξομολογήσεως έχει τη δυνατότητα να κάνη οικονομία και συγκατάβαση μέσα στα όρια των Ιερών Κανόνων, δηλαδή μέχρι εκείνου του σημείου, που δεν θα βλάψη τον εξομολογούμενο. Διότι η οικονομία δεν γίνεται, για να επαναπαυθή και να παραμείνη ο εξομολογούμενος στις πτώσεις του, αλλά για να παρακινηθή να τις ξεπεράσει.

Υπάρχουν ζητήματα στην Εξομολόγηση, για τα οποία ο Πνευματικός πρέπει να χρησιμοποιήση και το μέτρο της συγκαταβάσεως και οικονομίας, προκειμένου να φέρη τον εξομολογούμενο στην οδό της σωτηρίας. Υπάρχουν όμως και άλλα ζητήματα, στα οποία δεν μπορεί κατʼ ουδένα λόγο να γίνη οικονομία. Για παράδειγμα δεν χωρεί συγκατάβαση, αν ο εξομολογούμενος εμμένει στη μνησικακία, ζητά εκδίκηση, δεν συγχωρεί αυτόν, που του έφταιξε, είτε δίκαια, είτε άδικα.

Δεν μπορεί ακόμη να γίνη συγκατάβαση σʼ αυτόν που επιμένει αμετανόητα σε αιρετικά φρονήματα ή και δεν πείθεται να αποχωρήση από αντιχριστιανικές μυστικές θρησκείες, όπως είναι π.χ. η Μασωνία. Είναι επίσης τελείως ανεπίδεκτα οικονομίας τα κωλύματα Ιερωσύνης. Δεν επιτρέπεται δηλαδή σε καμμιά περίπτωση να δοθή συμμαρτυρία, για να προσέλθη στις τάξεις της Ιερωσύνης κάποιος, που έπεσε σε βαριά σαρκικά αμαρτήματα, όπως είναι οι πριν το γάμο του σεξουαλικές σχέσεις, έστω και με αυτήν ακόμη την αρραβωνιαστικιά του, αλλά και κάθε άλλη έξω από τον γάμο του σεξουαλική σχέση, όπως είναι η πορνεία, ή η μοιχεία, ή η αρσενοκοιτία.
Οι Πνευματικοί, που συγκαταβαίνουν σε τέτοιες περιπτώσεις και δίνουν συμμαρτυρία, φέρουν τεράστια ευθύνη ενώπιον του Θεού. Αλίμονο και σʼ εκείνους που κρύβουν τέτοια αμαρτήματα από τον Πνευματικό, για να υποκλέψουν συμμαρτυρία, και να γίνουν αναξίως ιερείς! Ο στόχος του Πνευματικού, όταν εξομολογή, είναι το να κερδηθή ο αμαρτωλός!

Πολλοί εγκαταλείπουν τον Πνευματικό τους και προστρέχουν σε άλλο, ο οποίος, όπως λέγουν, τους "αναπαύει" καλύτερα. Χρειάζεται όμως πολλή προσοχή στο θέμα αυτό, διότι όπως δυστυχώς υπάρχει "καλή ανάπαυση", υπάρχει και "κακή ανάπαυση". Αν κάποιος Πνευματικός εξασθενίζη στη συνείδηση του εξομολογουμένου τη σοβαρότητα κάποιων πτώσεων του ή του επιτρέπει να κοινωνή των Αχράντων Μυστηρίων, παρʼ ότι πέφτει σε σοβαρά αμαρτήματα, τέτοιου είδους "ανάπαυση" καταποντίζει, όχι μόνο τον εξομολογούμενο, αλλά και τον Πνευματικό.
Τα επιτίμια είναι φάρμακα, που τα επιβάλλει ο Πνευματικός, για να κλείση το τραύμα, και να θεραπευθή η ασθένεια του εξομολογουμένου. Τα επιτίμια προλαμβάνουν την επανάληψη της αμαρτίας. Αν δεν μπη το κατάλληλο επιτίμιο σε κάποια σοβαρή πτώση, είναι πολύ εύκολο αυτή να ξανασυμβή. Οι ιεροί Κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων είναι εξίσου θεόπνευστοι, όπως ακριβώς θεόπνευστα είναι και τα Δόγματα, τα οποία διευκρίνησαν και διετύπωσαν οι ίδιες εκείνες Άγιες Οικουμενικές Σύνοδοι.

Γιʼ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης χαρακτήρισε το "Πηδάνλιον" με τα εξής υπέροχα λόγια: "Αύτη η βίβλος είναι η μετά τας Αγίας Γραφάς Αγία Γραφή, η μετά την Παλαιάν και Καινήν Διαθήκην Διαθήκη. Τα μετά τα πρώτα και θεόπνευστα λόγια δεύτερα και θεόπνευστα λόγια. Αύτη εστί τα Αιώνια Όρια, ά έθεντο οι Πατέρες ημών, και Νόμοι οι υπάρχοντες εις τον αιώνα και υπέρ πάντας τους εξωτερικούς και βασιλικούς νόμους υπερέχοντες…"
Εκείνος, που πραγματικά μετανοεί για την αμαρτία του και έχει γνήσια ταπείνωση, δέχεται αγόγγυστα το επιτίμιο, που έκρινε κατάλληλο να του βάλη ο Πνευματικός. Εκείνος, που γογγύζει για το τυχόν επιτίμιο, που του επιβλήθηκε, αυτός οπωσδήποτε δεν συνειδητοποίησε το μέγεθος της αμαρτίας, στην οποία περιέπεσε, δεν κατανοεί το βάθος του Μυστηρίου της Μετανοίας και Εξομολογήσεως, και με την πρώτη ευκαιρία πάλιν θα ξαναπέση, ίσως και σε χειρότερα.
Όπως ο γιατρός δεν πρέπει να ξεγελά τον άρρωστο, κρύβοντάς του τη σοβαρότητα της ασθένειας του και στερώντας τον τα αναγκαία φάρμακα, παρομοίως πρέπει να ενεργή και ο Πνευματικός. Είναι αδύνατο να οδηγή στη σωτηρία τους ανθρώπους, αν στη συνείδηση τους απαμβλύνη και δικαιολογή κάποιες αμαρτίες, που μερικές φορές μπορεί να είναι και θανάσιμες.

Ως Γέροντας σας και Πνευματικός σας, κάθε ημέρα είμαι νοερώς κοντά σας. Μη νομίζετε ότι σας ξεχνώ.Ο Απόστολος Παύλος λέγειR "απών τω σώματι, παρών δε τω πνεύματι" (Αʼ Κορ. 5,3). Δηλαδή νοερώς, με το πνεύμα είμαι παρών, άν και απουσιάζω σωματικά. Ναί! Με τη σκέψη και τις προσευχές μου είμαι πάντοτε πλησίον σας, έστω κι άν σωματικά βρίσκωμαι πολύ μακριά. Ας είναι, κι από μακριά, έχω την έγνοια και τη φροντίδα σας.
Μη νομίζετε ότι είστε μόνοι στον αγώνα σας. Ο Γέροντας σας βρίσκεται δίπλα σας, μαζί σας. Αν σε πλακώση η στενοχώρια και σου βάλη ο πειρασμός τον λογισμό να μη πας στον ναό, ούτε το Απόδειπνο να κάνης, και τα παρόμοια, να ενθυμηθής πως ο Πνευματικός και ο Γέροντας σου είναι δίπλα σου νοερώς, και σε παρακολουθεί. Και θα λυπηθής πολύ, αν υποκύψης στον πειρασμό, και δεν αντισταθής σʼ αυτόν. Μη το ξεχνάτε πως πράγματι ο Γέροντας σας είναι πάντοτε κοντά σας με τις προσευχές του, και σας παρακολουθεί.
Κι άν όλοι γύρω σου σʼ εγκαταλείψουν, δεν πρέπει να επιτρέψης στον εαυτό σου να αισθάνεται πως δεν έχεις ανθρώπινο στήριγμα. Γιατί ο Πνευματικός σου σου υπόσχεται πως θα έχη τη φροντίδα και την έγνοια σου. Αφού ξέρης πως σε αγαπά ο Θεός και ο Πνευματικός σου, δεν πρέπει να φοβάσαι! Να σκέφτεσαι ότι, "κι άν δεν μου απομείνη τίποτα στον κόσμο να στηριχθώ, να ακουμπήσω, να σταθώ, όμως υπάρχει ο πανταχού παρών Θεός. Γιʼ αυτό και δεν μπορώ νʼ απελπισθώ. Κοντά μου βρίσκεται κι ο Πνευματικός μου, και μπορώ να στηριχθώ." "Τί δύναται να μας χωρίση από την αγάπη του Χριστού; Θλίψη; Στενοχωρία; Ξίφος; Κίνδυνος; Θάνατος; " (ππρβλ. Ρωμ. 8,35). Τίποτε δεν μπορεί να μας χωρίση από την αγάπη του Χριστού, όταν έχουμε την πίστη και ελπίδα μας σʼ Αυτόν.

Όταν έχης ανάγκη να ʼδης τον Πνευματικό σου, κι αναλογίζεσαι πως είναι πολύ μακριά, και είναι δύσκολο να τον συναντήσης τη στιγμή εκείνη, που έχεις ανάγκη, τότε να έχης υπόψη σου, και να το πιστεύης, πως ο Πνευματικός σου πατέρας, άν και είναι "απών τω σώματι", είναι όμως "παρών τω πνεύματι" (Α΄, Κορ. 5,3) [δηλαδή άν και απουσιάζη σωματικά, είναι όμως παρών πνευματικά], και παρακαλεί τον Θεό να σʼ ενδυναμώνη και να σε σώζη. Το αν θα "φύγη" (σ.σ εννοεί ο Γέροντας το να αποθάνη) σύντομα ο Πνευματικός σου, σημαίνει ότι ο Θεός το παρεχώρησε αυτό. Και ο Κύριος θα φροντίση οπωσδήποτε για το συμφέρον της ψυχής σου και για τη σωτηρία σου.
Κάποιος άλλος θα βρεθή να τον αντικαταστήση. "Ο πιστεύων εις εμέ, κάν αποθάνη ζήσεται" (Ιωάν. 11, 26). Άν κάποιος πιστός αποθάνη, θα ζήση όμως στην άλλη ζωή. Κι άν αποθάνη ο Πνευματικός σου, όμως θα ζη κοντά στον Θεό. Και θα πρεσβεύη σʼ Αυτόν για τα πνευματικά του παιδιά. Θα παρακαλή και για σένα, να σε δυναμώνη ο Κύριος και να σε στηρίζη! Εγώ πιστεύω στην ευσπλαχνία του Θεού. Αυτός θα σε βοηθήση νʼ απαλλαγής από τον πειρασμό, που έχεις. Πρέπει όμως να κάνης υπομονή, κι εγώ θα παρακαλώ τον Θεό για σένα, όσο μπορώ. Κι εσύ όμως πρέπει να παρακαλής να σε ελεήση ο Θεός. Και θαʼ ρθη σίγουρα η λύτρωση.

Η αρετή της αγάπης κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας

Η αδαμάντινης αξίας αρετή, ή αγάπη, είναι το απόσταγμα των θείων λόγων των Πατέρων της Εκκλησίας μας. Ή θέρμη και ή εκφραστική δεινότητα τους για τη γνήσια, απερίσπαστη και άπειρη αγάπη δεν μπορούν παρά να συγκινήσουν κάθε αγνή και πιστή χριστιανική ψυχή. Ό άνθρωπος στην πορεία προς την τελείωση πρέπει να έχει συνοδοιπόρο του την ανόθευτη αγάπη προς τον πλησίον του αλλά κυρίως προς τον Τριαδικό Θεό, προκειμένου να ίκανωθεί της εισόδου του στην ουράνια βασιλεία. Ή βαθιά αυτή πεποίθηση διακα­τέχει έντονα όλα τα έργα των Πατέρων κι αποτελεί το εναρκτήριο λά­κτισμα του εγχειρήματος μας. 
Ό χριστιανικός ορός αγάπη δηλώνει τη διάθεση του πιστού να προσφέρει ανιδιοτελώς και χωρίς υστεροβουλία τον εαυτό του προς χάριν του συνανθρώπου. Στά προ Χρίστου χρόνια ό άνθρωπος κα­τευθυνόταν προς τα ορατά καί τα επίγεια ή προς αφηρημένες έννοι­ες καί ιδέες, μετά την ενανθρώπηση όμως ή λέξη αγάπη λάμπρυνε κσί μεταμόρφωσε τον ανθρώπινο βίο σε διαδρομή ευχαριστίας καί δοξολογίας με τελικό σταθμό την ένωση μας με τον Αιώνιο Θεό.

ΑΓΑΠΗ,ΤΟ ΕΙΣΗΤΗΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑ 
Ό άγιος Μάξιμος ό Όμολογητής με τους αφιερωμένους στην ύψίστη αρετή της αγάπης Λόγους του, αναλύει διεξοδικώς όλες τις πτυ­χές της σπουδαιότερας των αρετών, επιδιώκοντας να τις καταστήσει  κτήμα των ανθρώπων, ούτως ώστε να οπλιστούν με υπομονή καί καρτεροψυχία καί να δυνηθούν να πορευθούν στον δυσκολοδίάβατο δρό­μο των αρετών, με αποτέλεσμα να κερδίσουν την ουράνια βασιλεία καί μακαριότητα. Ό Όμολογητής τονίζει: «Μη καταφρόνησης της εντολής της αγάπης, ότι δι’ αυτής υιός Θεού έση, ην παραβαίνων, υιός γεέννης εύρεθήση».
Συνεπώς, όλος ό ασκητικός βίος έχει ως βάση του την τήρηση της ανιδιοτελούς αγάπης προς το Θεό, αλλά καί προς τον πλησίον. «Αύτη έστίν η θύρα, δι’ ης ό εισερχόμενος εις τα άγια γίνεται των αγίων καί του απροσίτου κάλλους της αγίας καί βασιλικής Τριάδος καθίσταται άξιος θεατής γενέσθαι», μας λέγει ό θείος Μάξιμος. Είναι δηλαδή το εισιτήριο για να εισέλθουμε στην ουράνια πύλη της αιώνιας βασιλείας. 0 πάνσοφος Πατήρ προσπαθώντας να δώσει τον ορισμό της κορυφαίας των αρετών λέγει: «Αγάπη μεν εστίν, διάθεσις ψυχής αγαθή, καθ’ ην ουδέν των όντων, της του θεού γνώσεως προτιμά». Ενώ σε άλλο σημείο παρουσιάζει την αγάπη να έχει φτερά με τα όποια ό νους αξιώνεται να λάβει τη θεία χάρη.

ΑΓΑΠΗ,ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΤΩΝ ΑΡΕΤΩΝ 
Ή αγάπη είναι ή αρετή πού έχει υμνηθεί περισσότερο από κάθε  άλλη. Υπό του Θεοδώρου Εδέσσης ή αγάπη καλείται «μητρόπολις τών αρετών», για το Συμεών το Νέο Θεολόγο ή αγάπη είναι «των προφητών ή διδάσκαλος, των αποστόλων ή σύνδρομος, των μαρτύρων ή  δύναμις, των Πατέρων καί Διδασκάλων ή έμπνευσις», ενώ για τον Ιω­άννη της Κλίμακας «ή αγάπη είναι χορηγός της προφητείας, παρέχουσα θαύματα· ή αγάπη είναι άβυσσος της έλλάμψεως, ή αγάπη είναι πηγή του πυρός, όσο αναβλύζει, τόσο τον διψώντα καταφλέγει ή άγάπη είναι ή κατάσταοις των αγγέλων ή αγάπη είναι ή αιώνιος προκοπή».
0 Μ. Βασίλειος ταυτίζει την αγάπη με το Θεό λέγοντας: «ώσπερ ούν ό την άγάπην έχων, τον Θεόν έχει», ενώ ό Ιωάννης ό Χρυσόστομος θέλοντας να τονίσει την αξία της λέγει: «ουδέν αγά­πης ίσον».
Ή αγάπη είναι το θεμέλιο πάνω στο όποιο χτίζεται το οικο­δόμημα του χριστιανισμού. Για χάρη της ό Λόγος έγινε σάρκα καί κατοίκησε σ’ εμάς. Ό άγιος Συμεών περιγράφει πολύ πα­ραστατικά ότι για την αγάπη οι Απόστολοι έτρεξαν εκείνον τον ακατάπαυστο δρόμο, έσαγήνευσαν όλη την οικουμένη με το αγκίστρι καί τη σαγήνη του λόγου, την έσήκωσαν από το βυθό της είδωλομανίας καί την οδήγησαν στον σωτήριο λιμένα της βασιλείας των ουρανών. Για χάρη της έχυσαν τα αίματα τους οί μάρτυρες, ώστε να μη χάσουν το Χριστό. Γι αυτήν έδωσαν προθύμως τη ζωή τους οί θεοφόροι Πατέρες μας καί Διδάσκα­λοι της οικουμένης, υπέρ της καθολικής καί αποστολικής Εκκλησίας.

ΑΓΑΠΗ, ΕΝΩΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ 
Ό ίδιος ό Ιησούς Χριστός με τη ζωή Του πάσχισε να διδά­ξει τη βασίλισσα των αρετών στους ανθρώπους. Με τα παρα­δείγματα Του, τα θαύματα καί τίς παραβολές Του, προσπα­θούσε να δείξει ότι τα πάντα είναι ή αγάπη καί ότι μόνο με αυτήν μπορεί ό κτιστός άνθρωπος να ανέλθει στα ϋψη της πνευματικότητας. Όταν ή αγάπη κατακλύζει τον πιστό τότε περιαυγάζεται το πρόσωπο του υπό του θείου φωτός καί βιώ­νει τη θεία δόξα καί μακαριότητα. Ή δύναμη της αγάπης είναι ικανή να αναγεννήσει το χριστιανό καί να διανοίξει την οδό προς την τελείωση του καί την ένωση του με τον πανάγαθο Δη­μιουργό.
Ό Μ. Βασίλειος τονίζει ότι ή αγάπη δεν διδάσκεται, αλλά κάποιος σπερματικός λόγος έχει εγκατασταθεί μέσα μας για να υπάρχουν οί αφορμές της προσεγγίσεως με τον αγαθό Θεό. Ό Συμεών ό Νέος Θεολόγος πλέκει το εγκώμιο της αγάπης λέγοντας: «Ώ αγάπη πολυπόθητη, μακάριος είναι όποιος σε ασπάσθηκε, διότι στο εξής δεν θα επιθυμήσει πλέον να ασπα­σθεί περιπαθώς κάλλος γήινου πράγματος. Μακάριος είναι όποιος συσφίχθηκε μαζί σου από θείο έρωτα· διότι θ’ αρνηθεί όλο τον κόσμο καί δεν θα μολυνθεί καθόλου πλησιάζοντας οποιονδήποτε άνθρωπο».
Το τέλος όλων των αγαθών είναι ή αγάπη, επειδή οδηγεί καί φέρνει εκείνους πού πορεύονται μέσα σ’ αυτήν προς το Θεό. Ή τήρηση των θείων εντολών πρέπει να είναι το πρώτο μέλημα για τον άνθρωπο πού επιθυμεί να αποκτήσει την αγά­πη στην καρδιά του. Ό Συμεών υποστηρίζει πώς την αγάπη του Θεού δεν μπο­ρεί να έγγίσει ποτέ κανένας άνθρωπος, αν δεν καθαρίσει πρω­τύτερα την καρδιά του με μετάνοια καί άφθονα δάκρυα. Όταν ό άνθρωπος, πού έχει απερίσπαστα προσκολλημένο το μυαλό του στο Θεό ζει με τον έρωτα της αγάπης προς τον Κύριο, τό­τε δεν αισθάνεται ούτε τον εαυτό του ούτε καί κανένα από τα πράγματα του κόσμου πλήρως.
Ό Μάξιμος εξαίρει το νου του ανθρώπου, πού με την πο­λυχρόνια συμμετοχή του στη θεία έλλαμψη, αφού υπέταξε το παθητικό μέρος της ψυχής του καί έγινε φωτοειδής, μετα-στράφηκε σε ατελείωτο θείο έρωτα καί ακατάπαυστη αγάπη, με συνέπεια να μεταφερθεί εξ ολοκλήρου από τα επίγεια προς το θείο. Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται διηνεκής καί ακατά­βλητος αγώνας, νέκρωση του νου από τα πράγματα του κό­σμου καί τους εμπαθείς λογισμούς, αδιάλειπτη προσευχή, κα­θαρή καρδιά, άσκηση, διότι μόνο σε αυτήν την κατάσταση ή ψυ­χή ανακόπτεται από των αμαρτιών καί προετοιμάζεται για το θείο φωτισμό. Επομένως είναι επώδυνος ή οδός πού οδηγεί στην απόκτηση της αγίας αγάπης.
Ό αμαρτωλός καί επιρρε­πής προς τον πειρασμό άνθρωπος πρέπει να σπάσει τα δεσμά της αμαρτίας πού τον κρατούν υπόδουλο των εφήμερων κι ανούσιων πραγμάτων καί να αντιτάξει υψηλό ηθικό φρόνημα προκειμένου να απελευθερωθεί από τα πάθη της ψυχής του. Ό αγώνας του σίγουρα είναι δύσκολος, μα αν ή καρδιά του διψά για το αθάνατο ύδωρ της λύτρωσης, τότε σίγουρα οί προ­σπάθειες του θα καρποφορήσουν καρπούς υγιείς καί σωτήρι­ους.

Πέμπτη 24 Ιουλίου 2014

π. Ματθαίου του Πτωχού Η Δικαιοσύνη της Ταπείνωσης

π. Ματθαίου του Πτωχού

Η Δικαιοσύνη της Ταπείνωσης

12 Ιανουαρίου 2014
Τον Ιανουάριο του 1976, ο π. Ματθαίος κήρυξε στην εκκλησία του Abba-Skheiron στο μοναστήρι του Αγίου Μακαρίου. Ανέπτυξε πολλά σημεία όπως ακριβώς ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην ομιλία του για το Βάπτισμα, αλλά προχώρησε και σε μια επί πλέον πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση.
«Ακόμα πιστεύω, αγαπητοί μου, ότι δεν έχω μεταδώσει σε σας τι ακριβώς  σημαίνει η πράξη του Χριστού όταν έσκυψε το κεφάλι Του μπροστά στον Ιωάννη. Αυτή η πράξη του Χριστού στον Ιορδάνη μας συγκινεί βαθύτατα. Μπορώ σχεδόν να ομολογήσω ότι με αυτήν ο Χριστός έχει εκθέσει απόψε την υπερηφάνεια μας και μας αποκάλυψε πόσο μακριά είμαστε από το να κατανοούμε και να εφαρμόζουμε την ‘αληθινή δικαιοσύνη’. Πόσο δύσκολο είναι για ένα νομικό ή ιερέα να σκύψει το κεφάλι και να δεχτεί την ευλογία από κάποιον που είναι ίσος με αυτόν! Αυτό που έκανε ο Χριστός ξεπέρασε κάθε αίσθηση λογικής. Δεν υπήρχε σ’ Αυτόν κάποιο παράπτωμα ώστε να σκύψει τη θεία κεφαλή Του κάτω από ένα ανθρώπινο χέρι για να λάβει το χρίσμα.
baptisis2
            Με αυτήν την υποταγή που ξεπερνά κάθε λογική της ιεροσύνης, ο Χριστός εγκαθίδρυσε μια δικαιοσύνη με μεγαλείο, δράση και θαλπωρή. Θεώρησε πρέπον να καταγράψει εδώ στον Ιορδάνη, στην αρχή του δημόσιου έργου Του, το γερό θεμέλιο πάνω στο οποίο πρέπει να βασίζεται μια επιτυχημένη διακονία: το ‘σκυμμένο κεφάλι’. Αυτό φαίνεται και επιβεβαιώνεται στην αντίστοιχη ενέργειά του τη νύκτα του Μυστικού Δείπνου, όταν έσκυψε τελείως στο πάτωμα για να πλύνει τα πόδια των μαθητών Του. Είναι σάν η επίσημη έναρξη κάθε θείου μυστηρίου, είτε πρόκειται για το βάπτισμα είτε για την ευχαριστία, να είναι το σκύψιμο της κεφαλής με συντετριμμένη υποταγή.
            Η  πραγματική σημασία αυτού του σημείου καταδεικνύεται όταν θυμηθούμε τι απάντησε ο Χριστός στον Πέτρο, όταν ο τελευταίος προσπάθησε να εμποδίσει το πλύσιμο των ποδιών του, σκεπτόμενος ότι θα ήταν υπερβολικό να κάθεται σαν αφέντης, τη στιγμή που ο Χριστός στεκόταν μπροστά του σαν τον σκλάβο και τον υπηρέτη. Ο Κύριος τον επέπληξε λέγοντας: «Ἐὰν μὴ νίψω σε, οὐκ ἔχεις μέρος μετ’ ἐμοῦ»( Ιω.13:8). Το ίδιο συνέβη και στη Βάπτιση όταν ο Ιωάννης προσπάθησε να αποφύγει να τοποθετήσει τα χέρια του στο κεφάλι του Χριστού και να Τον βαπτίσει. Ο Κύριος τον σταμάτησε λέγοντάς του: «Ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην» ( Ματ.3, 15). Η σταθερή πρόθεση του Χριστού να επιμένει στην απόλυτη αναγκαιότητα τού να πάρει θέση κατώτερη από τον Ιωάννη και τον Πέτρο, φανερώνει σε μας τη σημασία και τη σοβαρότητα του μυστηρίου της ταπείνωσης και της υποταγής στην υπηρεσία της εκκλησίας, στην ιεροσύνη και γενικότερα στη Χριστιανική ζωή. Είναι ο βασικότερος δρόμος εισαγωγής στη δικαιοσύνη. «ὑπόδειγμα γὰρ δέδωκα ὑμῖν, ἵνα καθὼς ἐγὼ ἐποίησα ὑμῖν, καὶ ὑμεῖς ποιῆτε… εἰ ταῦτα οἴδατε, μακάριοί ἐστε ἐὰν ποιῆτε αὐτά» ( Ιω.13:15, 17)
Η πραγματικότητα εδώ είναι ότι ως Χριστιανοί δεν πρέπει ποτέ να ξεχάσουμε ότι ο Χριστός μάς φανέρωσε εδώ ορθά – κοφτά την κατάλληλη στάση, για να έχουμε το νου μας. Ο Χριστός εδώ απορρίπτει την ανθρώπινη έννοια δικαιοσύνης και τη  γυρίζει ανάποδα. Απορρίπτει και περιφρονεί κάθε έννοια λογικής αυτοπροστασίας γιατί με το να σκύψει το κεφάλι κάτω από το χέρι του Ιωάννη δεν μπορούμε πια να ρωτούμε με αξιοπρέπεια «Ποιος είναι καλύτερος;» Η αξιοπρέπειά μας τώρα βρίσκεται στην ενσυνείδητη και άμεση παραίτηση από οποιαδήποτε αξιοπρέπεια και στην υποταγή μας σ’ αυτούς που είναι κατώτεροι από μας. Δεν μπορούμε πλέον να στηριζόμαστε στην εξουσία μας ή την προτεραιότητα ή το δικαίωμα, γιατί όσο ταπεινώνουμε τους εαυτούς μας μπροστά στους άλλους, τόσο εγκαθιδρύεται η δικαιοσύνη και η αληθινή ηγεσία μας. Οι πράξεις μας λαμβάνουν τόσο έπαινο όση και η παραίτησή μας από τη δική μας αξία.
Η ετοιμότητα του Ιωάννη του Βαπτιστή να βαπτίσει τον Χριστό ήταν μια πράξη υπακοής και υποταγής, που μπορεί να συγκριθεί με την ταπεινή ανταπόκριση της Παρθένου Μαρίας, όταν ο Θεός την επέλεξε να γεννήσει τον Χριστό. Η υπακοή και η υποταγή του Ιωάννη του Βαπτιστή στην προσταγή του Κυρίου να Τον βαπτίσει, ετοίμασε το δρόμο για τον Χριστό να θεσπίσει, μέσω της ιεροτελεστίας του μυστηρίου του βαπτίσματος, το καταπληκτικό μυστήριο της ταπείνωσης, το οποίο απεκάλεσε το μυστήριο της εκπλήρωσης κάθε δικαιοσύνης. Εδώ στον Ιορδάνη, όπως και αργότερα όταν έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του, ο Κύριος καταδεικνύει την υποταγή Του, όπως ένας σκλάβος, κάτω από το χέρι του Ιωάννη, για να καταργήσει τη ντροπή του ανθρώπου, που αρνείται να υποταχθεί στο χέρι του Θεού.
Για άλλη μια φορά σταματούμε και αναλογιζόμαστε πώς οι ουρανοί συγκινήθηκαν με την ταπείνωση του Κυρίου Ιησού. Όταν ο Χριστός γεννήθηκε στη φάτνη σ’ ένα στάβλο, άνοιξαν οι ουρανοί και οι άγγελοι και οι ουράνιες δυνάμεις εμφανίστηκαν, ανακοινώνοντας τα καλά νέα της μεγάλης σωτηρίας και δοξάζοντας το Θεό. Ανοίγουν οι ουρανοί, το Άγιο Πνεύμα αποκαλύπτεται εμφανώς και η φωνή του Ίδιου του Πατέρα ανακοινώνει την ταυτότητα αυτού του Ανθρώπου που σκύβει το κεφάλι Του μπροστά στον Ιωάννη: «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Ματ. 3:17). Επομένως όσο ταπεινώνουμε τον εαυτό μας εδώ στη γη, ο Θεός αποκαλύπτει τον Εαυτό Του και μας δοξάζει μαζί με τους αγγέλους στους ουρανούς.
Επίσης προσέχουμε ότι το Άγιο Πνεύμα, με τη μορφή περιστεριού, επικάθεται στον Χριστό, καθώς Εκείνος κλίνει την κεφαλή. Δεν εμφανίζεται ως γλώσσες φωτιάς όπως την ημέρα της Πεντηκοστής, ούτε ως ένα βαρύ χέρι, όπως στους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, γιατί το Άγιο Πνεύμα επιλέγει τη μορφή που θα εμφανιστεί σύμφωνα με την κατάσταση αυτού στον οποίο κατεβαίνει. Το Πνεύμα επέλεξε τη μορφή του ευγενικού περιστεριού για να αποκαλύψει τη φύση της καρδίας του Ιησού και τη μεγάλη Του πραότητα, αγάπη και ταπείνωση.
Πόσο πολύ χρειαζόμαστε και εμείς σήμερα την πραότητα της καρδίας του Ιησού καθώς στέκεται σκυμμένος μπροστά στον Ιωάννη με απλή ταπείνωση και υποταγή, ώστε το Άγιο Πνεύμα να έρθει και σ’ εμάς με τη μορφή περιστεριού και να μας φέρει πιο κοντά στον Ιησού του Ιορδάνη, ενώνοντας τις καρδιές μας μαζί με αυτήν την ευγενική, ταπεινή καρδία!
            Στη Γέννηση πήραμε την πραότητα ως το πρότυπο το οποίο πρέπει πάντοτε να ακολουθούμε, προετοιμαζόμενοι για την είσοδό μας στη Βασιλεία των Ουρανών. Στον Ιορδάνη παίρνουμε το σκυμμένο κεφάλι του Χριστού ως το πρότυπο το οποίο θα μας προετοιμάσει για να ζήσουμε με ταπεινή αδελφοσύνη με το Άγιο Πνεύμα, ως την αποστολή που πρέπει να εκπληρώσουμε μέσα στον κόσμο.
            Και όπως ο Χριστός μάς προτρέπει να επιστρέψουμε στην κατάσταση των παιδιών και να μείνουμε πάντοτε παιδιά ώστε να εισέλθουμε στη Βασιλεία των Ουρανών, μας προτρέπει επίσης να γίνουμε πράοι όπως τα περιστέρια. Αυτό είναι το χρίσμα που χρειαζόμαστε για να υπηρετήσουμε και να ζήσουμε στον κόσμο. Ο Χριστός είναι πάντοτε έτοιμος να μας δώσει το πνεύμα της παιδικής ταπείνωσης σύμφωνα με τη στάση Του στη Βηθλεέμ και το πνεύμα της ταπείνωσης του περιστεριού σύμφωνα με τη στάση Του στον Ιορδάνη, ώστε να ετοιμαστούμε εξωτερικά και εσωτερικά για να κατορθώσουμε το πλήρωμα της στάσης του Χριστού».
             Πηγή: Ματθαίου του Πτωχού, Η Κοινότητα της Αγάπης, 1984.
 
Μετάφραση: Φιλοθέη

Γρηγόρης Τζιβελέκης Θείος Έρωτας

Πόσο παράδοξη είναι η ζωή του χριστιανού. Από τη μια να ζητάς ακατάπαυστα και με αγωνία, ο Θεός να μην αποστρέψει το πρόσωπο Του από εσένα, γιατί τότε θα γίνεις «όμοιος με αυτούς που κατεβαίνουν στον τάφο» (Ψαλμός 142). Και από την άλλη να υπάρχουν στιγμές που εσύ, νιώθοντας την παρουσία Του αποπνικτική απέναντι στο δικό σου θέλω, να  του γυρνάς τη πλάτη με τύψεις για την αμαρτία που πρόκειται να κάνεις. Είναι σαν το φιλί του Ιούδα, ή καλύτερα είναι η στιγμή που οι πρωτόπλαστοι κρύφτηκαν. Όχι γιατί ο Θεός θα τους τιμωρούσε, αλλά γιατί ο νους τους είχε σκοτεινιάσει και δεν ήξεραν πώς να απευθυνθούν στον Κύριος τους.
Η ζωή του χριστιανού είναι ένας ακατάπαυστος θείος έρωτας. Ένας αληθινά θείος έρωτας! Με Εραστή τον Χριστό και νύφη τη ψυχή σου. Έρωτας που σε ζαλίζει, που σε μεθά, που σε τρέφει, που γεμίζει τα κενά σου, που σε ανακαινίζει! Είναι θείος έρωτας που εσύ αυτόβουλα προσδιορίζεις τη ζωή σου σε Εκείνον. Που αυτεξούσια θέλεις να  δώσεις πίσω το μεγαλύτερο δώρο που σου έκανε ο Εραστής «Τα Σα εκ των Σων». Τη ζωή σου. Την ελεύθερη βούληση σου.
erws2
Όπως λέει και ένα τραγούδι:
«Όποια ζωή και αν έχεις διαλέξει
ας την αγάπη σαν αίμα να τρέξει.
Δεν είναι τύχη που σ’ έχω γνωρίσει
ούτε απ’ ανάγκη σε έχω αγαπήσει».
Ναι δεν τον αγαπάς γιατί τον φοβάσαι. Δεν τον αγαπάς γιατί ζητάς από Εκείνον να σε λυτρώσει από τον θάνατο. Τον αγαπάς γιατί υπάρχει στη ζωή σου. Γιατί σε διάλεξε. Η σωτηρία είναι δώρο και αποτέλεσμα αυτής της Αγάπης.
Κύριε συγχώρησε με για τα λάθη μου, για τις στιγμές που ο νους μου κάνει να νιώθω μόνος. «Σε δίκη μη θελήσεις να με φέρεις γιατί κανένας ζωντανός δεν είναι δίκαιος μπροστά σου. Από το πρωί κάνε να νιώθω την αγάπη σου γιατί σε εσένα ελπίζω» Ψαλμός 142.
Δε μπορώ να ζήσω χωρίς Εσένα! Δε θέλω να ζήσω χωρίς εσένα! Η ζωή μου δε θα έχει πια νόημα. Είσαι η πνοή μου, το Φως μου, ο σκοπός μου. Η πηγή της ζωής. Ο Μεγάλης Βουλής Άγγελος των Ονείρων μου. Ο ματωμένος Νυμφίος. Είσαι ο δρόμος μου, η Αλήθεια μου. Η αγκαλιά που αναζητώ και που εσύ απλόχερα την ανοίγεις πάνω στον Σταυρό.
Δεν μπορώ τίποτα άλλο να πω, παρά:
«Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησον με»

Κυριακή 20 Ιουλίου 2014

«Καθαρθώμεν τας αισθήσεις και οψόμεθα…»



Ορθόδοξοι Χριστιανοί, σήμερα μας κράζει ο θεόγλωσσος υμνωδός,ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγοντας «Καθαρθώμεν τας αισθήσεις και οψόμεθα τω απροσίτω φωτί της Αναστάσεως Χριστόν εξαστράπτοντα και χαίρετε φάσκοντα τρανώς ακουσόμεθα, επινίκιον άδοντες». Μας κράζει λοιπόν να καθαρίσουμε τις αισθήσεις μας, για να μπορέσουμε να δούμε το Χριστό τον αναστημένο από τον τάφο. Να καθαρίσουμε τις αισθήσεις μας, γιατί είναι ακάθαρτες, βρωμισμένες, επειδή τις μεταχειριζόμαστε για σαρκικά και υλικά πράγματα. Και πώς, άραγε καθαρίζονται οι αισθήσεις; Άμα, καθαρισθεί η καρδιά και η διάνοιά μας με την πνευματική τροφή και με τη χάρη του αγίου Πνεύματος, θα καθαρισθούνε κ’ οι αισθήσεις μας και θα γίνουνε από σαρκικές, πνευματικές. Ο υμνωδός το λέει αυτό γιατί το διδάχθηκε από τον ίδιο τον Κύριο και Σωτήρα του που είπε στους Μακαρισμούς: «Μακάριοι οι καθαροί τη καρ­δία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». Και αν καθαρίσουμε τις αισθήσεις μας, λέει πως θα δούμε το Χριστό «εξαστράπτοντα», με αστραπή, όχι θαμπά, αλλά καθαρότατα, αστραφτερό από το απλησίαστο φως της Αναστάσεως, «τω απροσίτω φωτί της Αναστάσεως». Κι’ όχι μονάχα θα τον δούμε «τηλαυγώς», αλλά και θα τον ακούσουμε κιόλας (γι’ αυτό πρέπει νάναι καθαρές όλες οι αισθήσεις μας) , κ’ η φωνή του δεν θάρχεται από μακρυά, να αμφιβάλλουμε αν τον ακούσαμε ή δεν τον ακούσαμε, αλλά «τρανώς», δυνατά.

Τετάρτη 16 Ιουλίου 2014

Περί θεωρίας Θεοῦ καί θείων πραγμάτων καί Ἁγίου Πνεύματος παραδόξου ἐνεργείας˙ καί περί τῶν ἰδίων τῆς Ἁγίας καί ὁμοουσίου Τριάδος˙ καί ὅτι ὁ μή φθάσας εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν οὐδέν ὠφεληθήσεται, κἄν ἐκτός γένηται τῶν τοῦ ᾅδου κολάσεων.


Τί τό ἐν ἐμοί παρά σοῦ εἰργασμένον, ὦ τῶν πάντων αἴτιε Θεέ καί μέδον; Τί γάρ καί εἴπω, τί δ᾿ ἄρα ἐννοήσω; Μέγα μέν ἐμοί τό ὁρώμενον θαῦμα, ἄγνωστον δ᾿ ἐστί καί ἀόρατον πᾶσι. Ποῖον τοῦτο, λέξον μοι; Πιστῶς ἐξείπω˙ σκότει καί σκιᾷ, αἰσθητοῖς καί αἰσθήσει, κτίσει ἐνύλῳ, αἵματι καί σαρκί τε κρατοῦμαι, συμπέρφυρμαι, Σῶτερ, ὁ τάλας. Ἐν τούτοις δ᾿ ὄντα δυστυχῶς καί ἀθλίως ἔκπληξις συνέχει με θέλοντα φράσαι˙ βλέπω νοερῶς˙ ποῦ, τί ἤ πῶς, οὐκ οἶδα. Τό γάρ πῶς ἀνέκφραστόν ἐστιν εἰς ἅπαν, τό δέ ποῦ γνωστόν καί ἄγνωστον δοκεῖ μοι˙ γνωστόν μέν, ὅτι ἐν ἐμοί καθορᾶται καί μακρόθεν δείκνυται αὐτό γε πάλιν, ἄγνωστον δ᾿ ὅμως ὡς κἀμέ συναπάγον ἐν τῷ μηδαμοῦ μηδαμῶς ὅλως τόπῳ καί τῶν αἰσθητῶν λήθην μοι ἐμπαρέχον καί τῶν ὑλικῶν πάντων καί βλεπομένων ἔξω με γυμνόν καί σώματος ἐξάγον. Τί οὖν ἐστι τό ἐνεργοῦν μοι ταῦτα, ὅπερ καί βλέπειν εἶπον; Εἰπεῖν οὐκ ἔχω. Ὄμως ἄκουε καί συνήσεις τό πρᾶγμα˙ ἔστιν οὖν ἀκράτητον τοῖς πᾶσι πάντῃ, ἔστι καί ληπτόν καί μεθεκτόν ἀξίοις, μεταδοτικόν, συνημμένον ἀλήπτως, ἥνωμένον τε καθαροῖς ἀσυγχύτως, ἀνακεκραμμένον τε ἀμίκτῳ μίξει ὅλον ὅλοις γε τοῖς ἀμέμπτως βιοῦσι.

Σάββατο 12 Ιουλίου 2014

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Η ΝΥΚΤΕΡΙΝΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΛΥΓΙΖΕΙ ΤΟΝ ΘΕΟ


Η ΝΥΚΤΕΡΙΝΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΛΥΓΙΖΕΙ ΤΟΝ ΘΕΟ
Αυτός ο λόγος μου απευθύνεται και στους άνδρες και στις γυναίκες.  Κάμψε τα γόνατά σου, στέναξε, παρακάλεσε τον Κύριο να σου δείξη ευσπλαχνία˙  περισσότερο συγκινείται κατά την διάρκεια των νυκτερινών προσευχών, όταν τον καιρό της αναπαύσεως εσύ τον κάνεις καιρό θρήνων.  Θυμήσου ποια λόγια έλεγε ο βασιλιάς:  “ Εκοπίασα με  τους στεναγμούς μου.  Θα λούσω κάθε νύκτα το κρεβάτι μου με δάκρυα και το στρώμα μου θα το πλημμυρίσω με τα δάκρυα μου”  (Ψαλμ.6,7).  Όση απολαυστική ζωή και αν κάνης, δεν είναι τόσο απολαυστική όσο η ζωή εκείνου.  Όσο πλούσιος και αν είσαι, δεν είσαι πιο πλούσιος από τον Δαυίδ.
 Και πάλι ο ίδιος λέγει:  “Μέσα στα μεσάνυχτα σηκωνόμουν για να εξομολογηθώ μπροστά στην δικαιοσύνη σου τα κρίματά μου”  (Ψαλμ. 118,62).  Την ώρα εκείνη δεν ενοχλεί η κενοδοξία˙  διότι πώς μπορεί να γίνη αυτό την ώρα που όλοι κοιμούνται και δεν βλέπουν;  την ώρα εκείνη δεν μας επιτίθεται η αδιαφορία και το χασμουρητό˙  διότι πώς μπορεί να γίνη αυτό τη στιγμή που η ψυχή διεγείρεται από τόσα πολλά;  Μετά από τις παννυχίδες αυτού του είδους και ο ύπνος είναι γλυκύς και αποκαλύψεις γίνονται θαυμάσιες.
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ  Τα νεύρα της ψυχής.
Χρυσοστομικός Άμβων Ε΄
ΕΚΔΟΣΙΣ:  Συνοδία Σπυρίδωνος Ιερομονάχου.
Νέα Σκήτη Αγ. Όρους
ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΤΑΝΥΞΙΣ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Πέμπτη 10 Ιουλίου 2014

Περί ασκήσεως και πνευματικού πολέμου των μοναχών και χριστιανών


 


«Ελέησόν με ο Θεός... ότι πολλοί οι πολεμούντες με από ύψους» (Ψαλμ. 55, 2-3)

Πατέρες και αδελφοί,

Γνωρίζουμε όλοι από την Αγία Γραφή ότι ο βίος του ανθρώπου επί της γης είναι μία συνεχής μάχη και δοκιμασία (Ιώβ 7,1). Γι’ αυτό και ο Απόστολος Παύλος έχοντας υπ’ όψιν του αυτή την αλήθεια, προτρέπει τον μαθητή του Τιμόθεο με αυτά τα λόγια: «Αγωνίζου τον καλόν αγώνα της πίστεως, επιλαβού της αιωνίου ζωής, εις ην και εκλήθης και ωμολόγησας...» (Α' Τιμ. 6,12), ενώ σε άλλο μέρος ενισχύοντας τον στον πνευματικό του αγώνα του λέγει: «συ ουν κακοπάθησον ως καλός στρατιώτης Ιησού Χριστού. Ουδείς στρατευόμενος εμπλέκεται ταις του βίου πραγματείαις, ίνα τω στρατολογήσαντι αρέση» (Β' Τιμ. 2,3). Κατόπιν θέλοντας να του δείξει ότι δεν είναι καλός οποιοσδήποτε πνευματικός αγών και άσκηση, άλλα μόνο αυτός που γίνεται σύμφωνα με τον νόμο του Θεού, του λέγει: «Εάν δε και αθλή τις ου στεφανούται, εάν μη νομίμως αθλήση» (Β' Τιμ. 2,5).

Ο πνευματικός μας αγών δεν γίνεται προς αίμα και σάρκα, κατά τον Απόστολο Παύλο, αλλά προς τις αρχές και τις εξουσίες του σκότους του παρόντος αιώνος, γι’ αυτό μας συμβουλεύει ο ίδιος Απόστολος να ενδυθούμε τα πνευματικά όπλα που είναι ο θώραξ της δικαιοσύνης (Εφεσ. 6,14). Ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος λέγει κοντά στην δικαιοσύνη να ενδυθούμε ως πανοπλία και την τελεία αγάπη προς τον Θεό και τον πλησίον, η οποία μας βοηθεί να μη σκοντάφτουμε. Επειδή «η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, ου ζηλοί, ου περπερεύεται, η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει» (Α' Κορ. 13, 4-8).

Άλλο πνευματικό όπλο στον πόλεμο εναντίον των σκοτεινών δυνάμεων είναι να ετοιμάσουμε τους πόδες μας να βαδίσουν «εν ετοιμασία του Ευαγγελίου της ειρήνης» (Εφεσ. 6,15). Αυτή την πνευματική ενδυμασία ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος την εξηγεί ότι είναι η ταπείνωση, φέροντας ως παράδειγμα τον Προφήτη Δαβίδ, ο όποιος έλεγε: «Εγώ ειμί σκώληξ και ουκ άνθρωπος» (Ψαλμ. 21,6). Και ο Κύριος, ως γνωστόν, στους ταπεινούς επιβλέπει περισσότερο: «Ο εν υψηλοίς κατοικών και τα ταπεινά εφορών εν τω ουρανώ και εν τη γη» (Ψαλμ. 112,5).

Αλλά και ο προφήτης Ησαΐας ομιλώντας εξ ονόματος του Θεού λέγει: «Επί τίνα επιβλέψω, αλλ’ ή επί τον ταπεινόν και ησύχιον και τρέμοντα τους λόγους μου;» (Ησ. 66,2). Ενώ ο Σωτήρ ημών στον πρώτο Του μακαρισμό, μακαρίζει τους ταπεινούς τω πνεύματι, διότι αυτών θα είναι η Βασιλεία των Ουρανών (Ματθ. 5,3).

Άλλο πνευματικό όπλο απαραίτητο για τον στρατιώτη του Χριστού είναι ο θυρεός της πίστεως, όπως μας προτρέπει ο Απόστολος Παύλος: «επί πάσιν αναλαβόντες τον θυρεόν της πίστεως, εν ω δυνήσεσθε πάντα τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα σβέσαι» (Εφεσ. 6,16). Οι παλιοί στρατιώτες φορούσαν σαν υποκάμισο τον θώρακα που ήταν από μέταλλο, τις περικνημίδες στα πόδια και με την ασπίδα στο αριστερό χέρι αντιμετώπιζαν τον εχθρό στους δύσκολους πολέμους, ενώ οι πνευματικοί στρατιώτες πρέπει να είναι ενδεδυμένοι έχοντας ως θώρακα την πίστη ενεργούμενη, δηλαδή που εκφράζεται με τα έργα, διότι η πίστη χωρίς τα έργα είναι νεκρά (Ιακώβ. 2,27). Η πίστη χωρίς έργα δεν διαφέρει καθόλου από την πίστη των δαιμόνων, οι οποίοι φοβούνται και τρέμουν τον Θεό, αλλά δεν θέλουν να κάνουν τα αγαθά έργα. (Ιακώβ. 2,19 Ματθ. 8,29). Επίσης πρέπει να είναι ορθή, ανυπόκριτος (Β' Τιμ. 1,5), ειλικρινής και θερμή και όχι χλιαρά ή ψυχρή (Αποκ. 3, 16).

Επίσης ο στρατιώτης του Χριστού πρέπει να ενδυθεί και την περικεφαλαία του σωτηρίου και την μάχαιρα του Πνεύματος, η οποία είναι ο λόγος του Θεού (Εφεσ. 6,17). Ο άγιος Εφραίμ ο Σύρος εξηγεί ότι περικεφαλαία είναι η ελπίς των αιωνίων αγαθών, η οποία προξενεί μεγάλη παρηγοριά στις περιόδους και δοκιμασίες του βίου. Κατόπιν ο ίδιος άγιος λέγει ότι ο στρατιώτης του Χριστού πρέπει να περίφραξη τον εαυτό του με τον άγιο Σταυρό, σφραγίζοντας όλα τα μέλη και την καρδιά του. Αντί για τόξο οι αγωνιστές του Χριστού πρέπει να έχουν τα χέρια τους τεταμένα στην προσευχή, όπως είναι γραμμένο: «Διδάσκων χείρας μου εις πόλεμον και έθου τόξον χαλκούν τους βραχίονας μου» (Ψαλμ. 17,35). Εάν στον καιρό της προσευχής η σκέψη μας διασκορπίζεται, τότε ομοιάζουμε με τον τυφλό ή ανειδίκευτο τοξότη, ο οποίος εκτείνει το τόξο του, αλλά λόγω βλάβης των ματιών του και απειρίας του, οι σαΐτες του δεν μπορούν να επιτύχουν τον στόχο τους ή το θηρίο που θέλει να φονεύσει.
Οπότε έχει καθήκον ο μοναχός ή ο χριστιανός να γνωρίζει την τέχνη του σατανά, ο οποίος στον καιρό της προσευχής του ζητά να του διασκορπίσει τους λογισμούς στα μάταια και κενόδοξα έργα αυτού του αιώνος και να μη τον αφήσει να προσεύχεται με αίσθηση και με την καρδιά του στον Θεό. Αντί για σπάθη ο αγωνιστής μοναχός ή χριστιανός πρέπει να έχει τον φόβο του Θεού, ο οποίος ως δίκοπο μαχαίρι κόπτει την κακή επιθυμία. Αντί για σάλπιγγα πρέπει να έχει τις Θείες Γραφές. Όπως η σάλπιγγα, όταν σαλπίζει, συγκεντρώνει τους στρατιώτες, έτσι και οι Θείες Γραφές συγκεντρώνουν τους λογισμούς μας προς τον φόβο του Θεού, διότι οι λογισμοί είναι που κάνουν τον αγώνα κατά των αοράτων εχθρών. Επίσης, όπως η σάλπιγγα στον καιρό του πολέμου διεγείρει το ηθικό των πολεμιστών για την μάχη κατά των εχθρών, έτσι και οι θείες Γραφές ξυπνούν τους πνευματικούς αγωνιστές για τον καλό αγώνα με την άσκηση και απόκτηση των αρετών και την γενναιότητα κατά των παθών. Γι’ αυτό εμείς οι μοναχοί πρέπει να επαγρυπνούμε στις εντολές των Θείων Γραφών, οι οποίες μας διδάσκουν πώς να λυτρωνόμαστε από τα πάθη και τις παγίδες των αοράτων εχθρών. Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος μας λέγει: «Όταν ο νους σου διασκορπίζεται, να ασχολείσαι περισσότερο με την ανάγνωση παρά με την προσευχή», και σ’ άλλο μέρος λέγει: «Τίμα την ανάγνωση περισσότερο από την αγρυπνία, διότι αυτή σου γίνεται πηγή της καθαράς προσευχής», σύμφωνα με το ψαλμικό: «Σχολάσατε και γνώτε ότι Εγώ ειμί ό Θεός» (Ψαλμ. 45,10).

Πατέρες και αδελφοί μου, εκτός από τα πνευματικά όπλα που μέχρι εδώ αναφέραμε, έχουμε ανάγκη και από άλλα τέσσερα όπλα με τα οποία θα εντείνουμε τον αγώνα μας κατά του νοητού εχθρού μας.
 
Αυτά είναι:

1)
Ποτέ να μην έχομε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας. Η Αγία Γραφή μας λέγει: «Επικατάρατος ο άνθρωπος, ος την ελπίδα έχει επ’ άνθρωπον και στηρίζει σάρκα βραχίονος αυτού επ’ αυτόν και από Κυρίου αποστή η καρδία αυτού» (Ιερεμ. 17,5). Ο Προφήτης Ησαΐας λέγει: «Ουαί οι συνετοί εν εαυτοίς και ενώπιον αυτών επιστήμονες» (5,21) και ο Απόστολος Παύλος μας διδάσκει τα ίδια «Μη γίνεσθε φρόνιμοι παρ’ εαυτοίς» (Ρωμ. 12,16), ενώ ο Σολομών λέγει: «Μη ίσθι φρόνιμος παρά σεαυτώ, φοβού δε τον Θεόν και έκλινε από παντός κακού» (Παροιμ. 3,7). Οπότε λοιπόν, το πρώτο έργο στον πνευματικό μας αγώνα είναι να γνωρίσουμε την αδυναμία μας και την μηδαμινότητά μας. Αυτός που θεωρεί τον εαυτό του ως το ουδέν, λέγει ό Ιερός Χρυσόστομος, γνωρίζει τον εαυτό του καλλίτερα από κάθε τι άλλο, ενώ ο άγιος Πέτρος ο Δαμασκηνός λέγει ότι «τίποτε δεν είναι ανώτερο από το να γνωρίσει ο άνθρωπος την αδυναμία και την αγνωσία του».

2) Να έχουμε ελπίδα και εμπιστοσύνη μόνο στο Θεό. Εν συνδιασμώ με την τελεία απιστία και απελπισία του εαυτού μας να έχουμε τελεία εμπιστοσύνη μόνο στον Θεό προς τον οποίον να κράζουμε: «Μη εγκαταλείπεις με, Κύριε ο Θεός μου, μη αποστής απ’ εμού, πρόσχες εις την βοήθειάν μου, Κύριε της σωτηρίας μου» (Ψαλμ. 37,22). Αυτή η τελεία εμπιστοσύνη μας στον Θεό βασίζεται σε τέσσερεις λόγους και συγκεκριμένα:

α) Εμπιστευόμαστε στον Θεό, διότι είναι Παντοκράτωρ, μας προσφέρει ό, τι είναι ωφέλιμο για την σωτηρία μας και μας βοηθεί οπουδήποτε και οποτεδήποτε.
β) Εμπιστευόμαστε στον Θεό διότι είναι Παντογνώστης και γνωρίζει τα όσα συμβαίνουν και όσα θα συμβούν στην ζωή μας.
γ) Εμπιστευόμαστε στον Θεό τον εαυτό μας διότι είναι Πανάγαθος και μας αγαπά με μία δυσπερίγραπτη αγάπη, έτοιμος πάντα να μας βοηθήσει.
δ) Όποιος ελπίζει στον Θεό δεν καταισχύνεται (Ρωμ. 5,5) διότι «λυτρώσεται Κύριος ψυχάς δούλων αυτού και ου μη πλημμελήσουσι πάντες οι ελπίζοντες επ’ αυτόν» (Ψαλμ. 33,23).

3) Το τρίτο όπλο είναι η αδιάστατη υπομονή. Έχουμε μεγάλη ανάγκη απ’ αυτή την αρετή σ’ όλο το διάστημα της ζωής μας, όπως λέγει η Θεία Γραφή: «Υπομονής γαρ
έχετε χρείαν, ίνα το θέλημα του Θεού ποιήσαντες κομίσησθε την έπαγγελίαν» (Εβρ. 10,36).

4) Το τέταρτο και τελευταίο όπλο είναι η ακατάπαυστη προσευχή: «Πάντοτε χαίρετε, αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α' Θεσ. 5,17).
Επειδή ο πόλεμος που διεξάγουμε γίνεται εναντίον του ιδίου του σώματος μας, εναντίον του κόσμου και του διαβόλου και σφοδρότερος είναι ο αόρατος-κακές σκέψεις και επιθυμίες-παρά ο ορατός, είναι ανάγκη να μάθουμε ποιες αρετές πρέπει να έχουμε προχείρως για την περιφυλακή της ψυχής μας.

Ο νηπτικός πατήρ Ησύχιος Ιεροσολύμων μας λέγει: «Αυτός που διεξάγει εσωτερικό πόλεμο, πρέπει να έχει ανά πασαν στιγμή τέσσερα όπλα: την ταπείνωση, την εγρήγορση ή προσοχή, την αντίρρηση και την προσευχή. Με την πρώτη αρετή νικάται ο υπερήφανος διάβολος, που μισεί την ταπείνωση στην οποία βοηθός είναι ο Χριστός που μισεί τους υπερήφανους. Με την προσοχή απαγορεύει να εισέλθει στην καρδιά οποιοσδήποτε λογισμός, ακόμη και καλός να είναι. Με την αντίρρηση αποβάλλει εγκαίρως τον κακό λογισμό από την προσπάθεια του να εισέλθει στην καρδιά δεδομένου ότι με την οξυδέρκεια που διαθέτει ο αγωνιστής γνωρίζει εκ των προτέρων τον λογισμό που έρχεται. Με την προσευχή κράζει σε βοήθεια τον Κύριο και τότε θα ιδεί ο αγωνιστής να διασκορπίζεται ως άνεμος ο νοητός εχθρός στο άκουσμα του προσκυνητού Ονόματος του Χριστού». Σε άλλο μέρος λέγει ο ίδιος Πατήρ: «Αυτός που δεν έχει καθαρή από λογισμούς προσευχή, δεν έχει όπλο δυνατό για να πολεμήσει. Και προσευχή ονομάζω την εργασία που γίνεται ακατάπαυστα στα βάθη της καρδιάς του με την επίκληση του Θείου Ονόματος του Χριστού, λόγω του οποίου ο εχθρός πολεμούμενος μυστικά, νικάται και καίγεται».

Αδελφοί μου, εν κατακλείδι αυτού του λόγου μου, παρακαλώ ταπεινά όλους σας να μην ξεχνάτε και εμένα τον αμαρτωλό και αρχάριο στον αόρατο πόλεμο του νου στις άγιες προσευχές σας να ξυπνήσω κάποτε και εγώ από τον ύπνο της αναισθησίας μου, να ακολουθήσω τα ίχνη σας που επιτελείτε τον καλόν αγώνα για να πάρετε το στεφάνι της αιωνίου ζωής με το έλεος του Σωτήρος ημών Χριστού και τις πρεσβείες της Μητρός Του και Αειπαρθένου Μαρίας και Προστασίας ημών. Αμήν.

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ
ΙΕΡΟΜ. ΚΛΕΟΠΑ ΗΛΙΕ
ΕΚΔ. ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ

 

ΧΡΟΝΟΣ Φυσικός Υπαρξιακός Αιώνιος



Στο Απόλυτο αυτό καθ’ εαυτό,
δεν υπάρχει ούτε χρόνος,
ούτε χώρος ούτε αιτιότητα.
S. Vivekananda


Η κοινή, συνήθης αντίληψη του χρόνου, είναι απαραίτητη για την προσαρμογή μας στο περιβάλλον, αλλά δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια.
Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι πίστευαν ότι ο χρόνος είναι «κυκλικός». Επηρεασμένοι από τις περιοδικές κινήσεις των ουρανίων σωμάτων, νόμιζαν ότι τα πάντα επαναλαμβάνονται αδιάκοπα. Ό,τι συμβαίνει σήμερα, έχει ήδη συμβεί άπειρες φορές στο παρελθόν και θα συμβεί με τον ίδιο τρόπο άπειρες φορές στο μέλλον. Αυτή την άποψη υιοθέτησε μετά από πολλούς αιώνες ο F. Nietzsche με την «θεωρία της αέναης επιστροφής».
Για τον Πλάτωνα ο χρόνος είναι αντανάκλαση της αιωνιότητας. Το αμετάβλητο και τέλεια άχρονο, προβάλλεται στην κατώτερη διάσταση, στην οποία ανήκει ο υλικός κόσμος. Ο εγκόσμιος χρόνος νοείται ως «εικόνα κινητή της αιωνιότητας» (1). Ο υλικός κόσμος είναι εγκλωβισμένος στην ματαιότητα, χωρίς προοπτική λύτρωσης.
Οι μυστικοί της Ανατολής αντιλαμβάνονται ότι «το παρελθόν, το μέλλον, ο φυσικός χώρος … δεν είναι τίποτε άλλο παρά ονόματα, έννοιες, λέξεις κοινές, πραγματικότητες καθαρά επιφανειακές» (2).
Ο άνθρωπος μπορεί μέσα από μια ατομική πνευματική πορεία να σπάσει τον μάταιο κύκλο της «samsara» και να διεισδύσει στην ακύμαντη αιωνιότητα. Να ενωθεί με το Απόλυτο Ένα.
Σύγχρονοι επιστήμονες με βάση τη θεωρία της σχετικότητας του Einstein καταλήγουν ότι οι «χωροχρονικές συντεταγμένες δεν έχουν ένα αντικειμενικό νόημα ως ανεξάρτητες φυσικές οντότητες… ο χώρος και ο χρόνος είναι μόνο στοιχεία μιας γλώσσας που χρησιμοποιείται από ένα παρατηρητή, για να περιγράψει το περιβάλλον του» (3).
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο χρόνος φανερώνεται στην ανθρώπινη συνειδητότητα σε τρείς διαστάσεις:
α) φυσικός χρόνος, β) υπαρξιακός χρόνος, γ) αιωνιότητα.

Α) Ο φυσικός χρόνος γεννάται από τη σχέση του νου με το γίγνεσθαι. Συνοδεύει πληκτικά το process των υλικών μετασχηματισμών. Είναι χρόνος ποσότητας, δράσης και προόδου. Μετριέται με την ροή των γεγονότων, την κίνηση, το ρολόι και τις ρυτίδες. Είναι χρόνος κενός, α-νόητος, επίπεδος και βασανιστικός. «Το πρωί ανθήσαι και παρέλθοι, το εσπέρας αποπέσοι, σκληρυνθείη και ξηρανθείη» (4).
Β) Ο υπαρξιακός χρόνος. Σε ψυχολογικό επίπεδο, υπαρκτό είναι μόνο το παρόν. Το παρελθόν και το μέλλον, ενεργούν και υπάρχουν, μόνο μέσα από το παρόν. Ο Αγ. Αυγουστίνος αναφέρει «υπάρχουν τρεις χρόνοι: το παρόν των παρελθόντων, το παρόν των παρόντων και το παρόν των μελλόντων» (5). Σύμφωνα με τον Ε. Minkowski οι εμπειρίες του παρελθόντος προσδιορίζουν το μέλλον. Οι προσδοκίες και οι προβλέψεις που αφορούν στο μέλλον, βιώνονται ως παρελθόν. Ακόμη, στην ψυχοπαθολογία παρατηρούμε αλλοίωση της εμπειρίας της χρονικότητας (6).
Ο υπαρξιακός χρόνος είναι ο χρόνος του βιώματος. Βιώνεται με τους χτύπους της καρδιάς. Είναι ο χρόνος του έρωτα, του θανάτου, του ονείρου, της ελπίδας και της οδύνης «ότι εξέλιπεν εν οδύνη η ζωή μου και τα έτη μου εν στεναγμοίς» (7).
Γ) Αιωνιότητα: Ο χρόνος δεν είναι απλώς ροή γεγονότων ή ορίζοντας φανέρωσης εμπειριών. Έχει νόημα και προορισμό. «Είναι μια δημιουργική πορεία, κατά την οποία ό,τι δημιουργήθηκε από το μηδέν, με τη θέληση του Θεού, ανέρχεται προς την τελική ολοκλήρωσή του, τότε που ο σκοπός του Θεού θα εκπληρωθεί κατά την έσχατη ημέρα» (8).
- Η γέννηση του Χριστού αλλάζει ριζικά την ιστορία. Ανακαινίζει και αναμορφώνει την έννοια του χρόνου. Η εκκλησία διαιωνίζει την παρουσία του Θεανθρώπου στον κόσμο. «Η ιστορική εκκλησία, συγκεκριμένη, καλώς καθοριζομένη εντός του χρόνου και του τόπου, συγκεντρώνει εν εαυτή την γην και τον ουρανόν … τους ζώντας και τους κεκοιμημένους… το κτιστόν και το άκτιστον» (9).

Η αγάπη, η ταπείνωση, η προσευχή
και τα Μυστήρια της Εκκλησίας
σπάζουν τα ενδοκοσμικά όρια του χρόνου και
ανάγουν τον άνθρωπο στην διάσταση της αιωνιότητας.
Προγευόμαστε ήδη την βασιλεία των ουρανών.

Ιδού τα πάντα καινά!
Βαθιά διαφάνεια φωτοφόρος
ντύνει την γύμνια του σύμπαντος κόσμου.
Φαεσφόρες λάμπουν
στις καρδιές των δένδρων ροδοστάλες.
Την ευωδία της καθαρότητας
αχνίζει το ποτισμένο χώμα.
Οι μέλινες κορυφές των βουνών
λούζονται το βάθος του μαργαριταρένιου λευκού.
Η ψαρινή βαρκούλα χορεύει στην ρευστή αγκαλιά των κυμάτων.

Ιδού τα πάντα αβάσταχτα τέλεια!
Πυκνή χάρις ξεχειλίζει το σύμπαν.
Ολόκληρη η Δημιουργία
αποκαλύπτει τα ολόφωτα ίχνη των σπλάχνων της.
Παντού απλώνεται το μυστήριο,
το απόκρυφο της Θείας Δόξας.


Βιβλιογραφικές Παραπομπές:
- 1. Πλάτων: Τίμαιος 37 δ
- 2. Madhyamika Karika Vrtti: Αναφέρεται F. Capra: Il Tao della Fisica: ed. Adelphi 1984.
- 3. M. Sachs: Space Time and Elementary Interactions in Relativity Αναφέρεται, σελ. 193: F. Capra: Il Tao della Fisica: ed. Adelphi 1984.
- 4. Ψαλμός: 89ος (6)
- 5. Αγ. Αυγουστίνος: Εξομολογήσεις
- 6. Ε. Minkowski: Lived Time; Phenomenological and Psychopathological Studies (Northwestern University Studies in Phenomenology & Existential Philosophy.)
- 7. Ψαλμός: 30ος (11)
- 8. Φλορόφσκυ Γ.: Δημιουργία και απολύτρωση, σελ. 147
- 9. Vladimir Lossky: Η Μυστική Θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας. Γ’ έκδοση. Θεσσαλονίκη. 1984. σελ. 295


του Νικήτα Καυκιού

Η τέχνη πέρα από τη μαρτυρία του θανάτου




There is not even silence
in the mountains but
dry sterile thunder
without rain.
T.S. Eliot.


Η τέχνη αποκαλύπτει τις εσωτερικές δυνατότητες της ανθρώπινης εμπειρίας.
Ο κόσμος δεν ερμηνεύεται ως αντι-κείμενο, ως πράγμα καθ’ εαυτό. Προβάλλεται αναμορφωμένος, μέσα από το φίλτρο του προσωπικού βιώματος.
Οι εκλεπτυσμένες αισθήσεις του καλλιτέχνη δεν υποκύπτουν στην βαρύτητα της αντικειμενικότητας. Υπερβαίνουν, νικούν, κυριαρχούν πάνω τα αντικείμενα.
Η δύναμη της εσωτερικής ερμηνείας αρπάζει το χρώμα, την ύλη, από την αδιάφορη πραγματικότητα και τα νοηματοδοτεί. Συναρμόζει την εσωτερικότητα με την εξωτερικότητα. Αποκρυσταλλώνει την υπερβατική ολότητα της εμπειρίας. Με αυτό τον τρόπο μεγαλύνεται ο άνθρωπος και αποκαθίσταται η σπουδαιότητα της ιδιαιτερότητας του προσώπου.
Αν η επιστήμη συστέλλει την υπαρξιακή αυθεντικότητα, με την εκ των έξω επιβολή των λογομετρικών της πορισμάτων, η τέχνη την διαστέλλει με την εκ των έσω πρόκληση των αισθητικών της δυνατοτήτων.
Καταξιώνει, επικυρώνει, αληθοποιεί και προβάλλει την εσωτερικότητα του ανθρώπινου όντος. Από την άλλη πλευρά όμως η ίδια η τέχνη καταξιώνεται, επικυρώνεται, αληθοποιείται και προβάλλεται από αυτή την εσωτερικότητα.
Πρόκειται για υπέρβαση της αντικειμενικότητας με τις δυνάμεις της καθολικής υποκειμενικότητας. Καθολικής εφ’ όσον δεν εκπίπτει στον υποκειμενισμό.
Η σύγχρονη τέχνη παρακολουθεί αναπόφευκτα τη διαστροφή και τα αδιέξοδα της σύγχρονης ιστορίας. Γι’ αυτό αποκαλύπτει εναργώς την ψυχοπαθολογία της κοινωνίας και του πολιτισμού.
Οι καλλιτέχνες αποτελούν την εμπροσθοφυλακή ευαισθησίας του κοινωνικού σώματος. Τα έργα τους δεν σκιαγραφούν την αγωνία, τον συγκλονισμό και την οδύνη των oλίγων και υπερευαίσθητων. Υφίστανται πρώτοι τις παρενέργειες της πολιτισμικής παρακμής. Απομακρυσμένοι από τα στερεότυπα ψευδοηθή σχήματα κουλτούρας που λανσάρουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, πάσχουν γυμνοί και άοπλοι, βολοδέρνοντας ανάμεσα στη δημιουργία και την παράνοια.
Αυτές οι περιθωριοποιημένες αντένες κράζουν το μήνυμα του θανάτου που ήδη εγκαθίσταται στην ερημιά των πόλεων.
Στις αρχές του αιώνα η οιμωγή του Nietzsche για τον θάνατο του Θεού άφηνε αδιάφορα τα πλήθη. Οι γενιές που ακολούθησαν έζησαν στο πετσί τους τις συνέπειες.
Το υπαρξιακό κενό και οι εκφράσεις του (ναρκωτικά – εγκληματικότητα – AIDS – ψυχοφάρμακα) δεν αφήνουν απορίες. Ο θάνατος είναι παρών. Εξορίσαμε απ’ τις καρδιές μας τον νικητή του θανάτου και η ζωή μας έγινε κόλαση. Η σύγχρονη τέχνη εκφράζει την εμπειρία του θανάτου. Η απομάκρυνσή από την αισθητική αξία του ωραίου, προσμετρά το ενώδυνο πάθος της εκκοσμικευμένης βιωτής.
Η ματαιότητα διαβρέχει την επιβίωση. Τα είδωλα του σύγχρονου κόσμου δημιουργούν και εκφράζουν την οδύνη του σύγχρονου ανθρώπου. Τα καζάνια που βράζουν είναι εδώ. Και βεβαίως θα είναι εκεί. Στην μετα-χρονική διάσταση της αιωνιότητας.
Οι μεταμοντέρνοι ζωγραφικοί πίνακες κρεμούν στους τοίχους τα αδιέξοδα της σύγχρονης ιστορίας.
Ο Θάνατος επιβουλεύεται την ζωή. Οι δυνάμεις οι σκοτεινές ωρύονται να μας καταπιούν. Ενώ παράλληλα, το φως είναι παντού για τα καθαρά μάτια. Η ομορφιά της ζωής υπερβαίνει απείρως κάθε ποιητική φαντασία.

του Νικήτα Καυκ

Η μελαγχολία της τρίτης ηλικίας Η αναστάσιμη προοπτική απέναντι στο θάνατο


Γυμνός εκτεθειμένος
στον πάγο αυτής της
δυσοίωνης εποχής…
είμαι τόσο ταραγμένος
Φ. Κάφκα


Σε διάφορες ηλικίες καλείται ο άνθρωπος να υπερβεί μια δεδομένη κατάσταση ισορροπίας. Να προσαρμοσθεί σε νέες εξωτερικές συνθήκες ή να πραγματώσει αναδυόμενες εσωτερικές δυνατότητες. Ενδεικτικά αναφέρουμε την ένταξη στο σχολείο, στο χώρο εργασίας, στο γάμο, την τεκνοποιία ή τη συνταξιοδότηση.
Σε αυτές τις κρίσιμες φάσεις της ζωής, ενεργοποιούνται οι ψυχολογικές δυνατότητες του παρελθόντος και διαρθρώνουν τις προοπτικές του μέλλοντος.
Κάθε άνθρωπος βιώνει την κρισιμότητα των καταστάσεων της ζωής του, με ένα τρόπο ιδιαίτερα προσωπικό, μοναδικό και ανεπανάληπτο. Η οδύνη, η ανασφάλεια και η αγωνία συνοδεύουν πάντοτε το πέρασμα από το γνωστό στο άγνωστο.
Από τη στιγμή της ενδομήτριας σύλληψης αρχίζει η δόμηση της προσωπικότητας. Στην παιδική ηλικία το σύνολο των εμπειριών συνεργεί στην διαμόρφωση ενός πολύμορφου και εύπλαστου σχήματος δυνατοτήτων. Από αυτό το δυναμικό, προσωπικό, αντιληπτικό, ερμηνευτικό μηχανισμό εξαρτώνται οι μετέπειτα δυνατότητες προσαρμογής, υπομονής, αντοχής, αυτοέλεγχου και επικοινωνίας. Στο εξής η ελευθερία της βούλησης, θα μάχεται με αυτό το ψυχοδεσμευτικό υπέδαφος.
Η μελαγχολία των «πενήντα» είναι το πικρό φρούτο της άγονης ψυχικής ιστορίας των περασμένων δεκαετιών. Δεν είναι παρενέργεια των σωματικών ή ορμονικών αλλοιώσεων. Η οδύνη προκύπτει από τον αρνητικό τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος κατανοεί, ερμηνεύει και νοηματοδοτεί την υπαρξιακή του κατάσταση.
Δεν είναι βέβαια δυνατόν να γνωρίσουμε με αντικειμενικό, επιστημονικό τρόπο την ιδιαίτερη ποιότητα της ανθρώπινης εμπειρίας. Διότι ήδη η γνωστική προσέγγιση αλλοιώνει την ιδιαίτερη ποιότητα του βιώματος που εξετάζουμε. Θα θέλαμε μόνο να σκιαγραφήσουμε τους βασικούς παράγοντες που επεμβαίνουν στην διαμόρφωση του μελαγχολικού συναισθήματος, δίνοντας έμφαση στο σεβασμό της μοναδικότητας του προσώπου και έχοντας επίγνωση των κινδύνων παρερμηνείας που επιφέρουν οι γενικεύσεις.
Η μέση ηλικία σηματοδοτεί το τέλος της νεότητας.
Η αισθητική αλλοίωση του σώματος ερμηνεύεται ως μείωση της ελκυστικότητας. Η αίσθηση αυτοεκτίμησης θίγεται

Ο γονεϊκός ρόλος καταξιώνει και νοηματοδοτεί την ψυχολογική ταυτότητα. Στην μέση ηλικία όμως η σημαντικότητα του γονεϊκού ρόλου τίθεται υπό αμφισβήτηση. Τα παιδιά ανεξαρτητοποιούνται. Η μέριμνα των γονιών ερμηνεύεται ως έλεγχος και καταπίεση της ελευθερίας. Αν τα παιδιά έχουν δημιουργήσει δική τους οικογένεια, απομακρύνονται. Η διαφορά νοοτροπίας των γενεών εμποδίζει την επικοινωνία.
Η παραδοσιακή οικογένεια ήταν μια κοινωνική ομάδα με στενούς δεσμούς. Το αίσθημα της ενότητας και της αρμονίας των διαπροσωπικών σχέσεων, εθεωρείτο σημαντικότερο από το αίσθημα της αυτοπραγμάτωσης, της εκπλήρωσης των προσωπικών επιθυμιών και επιδιώξεων. Ο παππούς και η γιαγιά πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους μέχρι τα βαθιά γεράματα. Οι παραδοσιακές αρχές και αξίες αναγνώριζαν κύρος, αξιοπρέπεια, σοφία και ηγεμονία στα πρόσωπα των ηλικιωμένων. Το αντίθετο συμβαίνει στη σύγχρονη οικογένεια όπου οι ηλικιωμένοι περιθωριοποιούνται. Έστω και σε πανσιόν πολυτελείας. Η προοπτική της απομόνωσης και της μοναξιάς ενεργοποιεί την απογοήτευση, την αίσθηση του κενού και τη μελαγχολία.
Ένας άλλος παράγοντας που συνθλίβει την μέση ηλικία, είναι ο απολογισμός του παρελθόντος. Η επίμονη συναίσθηση ότι δεν πραγματοποιήθηκαν οι ελπίδες και οι προσδοκίες της νεότητας.
Τα όνειρα για την ιδανική ερωτική σχέση, για την αξιοποίηση των ψυχικών χαρισμάτων στον κοινωνικό και επαγγελματικό τομέα συνθλίβονται κάτω από το βάρος της βιωμένης πραγματικότητας.
Η θλίψη για όσα δεν έγιναν ή έμειναν ανεκπλήρωτα. Για τις χαμένες ευκαιρίες και τις ανέφικτες ελπίδες και πάνω απ’ όλα η αμείλικτη και βέβαιη ήττα από το θάνατο. Το επερχόμενο τέλος που θα ανατινάξει συθέμελα το οικοδόμημα της ζωής.

Η μελαγχολία είναι η φυσική έκβαση της εγκόσμιας πορείας, όταν ζει κανείς μακρυά από το Θεό. Διότι χωρίς τη χαρά της παρουσίας του Θεού, χωρίς τη βεβαιότητα της νίκης κατά του θανάτου, χωρίς την ελπίδα της αιωνιότητας, η αίσθηση της θλίψης και της αποτυχίας είναι αναπόφευκτες. Το μέγεθος της απελπισίας είναι ανάλογο με την βιωμένη απόσταση ολόκληρης της ζωής από την αγιότητα. Το μηδέν δεν κρύβεται για πάντα κάτω από πολυμήχανες, ψυχοφθόρες εμπειρίες πολυτελείας.

Το πέρασμα του χρόνου μας φέρνει αντιμέτωπους με την προοπτική της υπέρβασης. Η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει. Καιρός να αναζητήσουμε σωσίβιες λέμβους που αντέχουν στην ορμή του Αχέροντα. Η αυλαία του παρόντος αιώνος κλείνει. Τα χειροκροτήματα τέλειωσαν. Έρχονται να μας προϋπαντήσουν οι αιώνες των αιώνων.
Ο προετοιμασμένος άνθρωπος είναι τρομερός...για τον ίδιο τον θάνατο. Προσδοκά το τέλος του βίου με εορταστική διάθεση.
Να μη μείνουμε έξω από τον νυμφώνα.
Είμαστε μελλοθάνατοι από την στιγμή της γέννησης. Η λησμονιά μάς εξάντλησε. Αποφύγαμε τα νεκροταφεία και ζήσαμε το θάνατο μέχρι το κόκαλο. Τώρα που βαδίζουμε ανεπίστρεπτα προς τα σύνορα, ας πανηγυρίσουμε. Ήδη ποθεί να μας αγγίξει το νικητήριο φως. Το λευκό, πυκνό, χαριτωμένο φως της αναστημένης ζωής.
Ο υπέρφωτος γνόφος της απανταχού και αείποτε παρουσίας του Νικητή του θανάτου.

Κοινωνική προσφορά και η αναγκαιότητα της αγάπης.



Ουκ εμού,
αλλά του λόγου ακούσαντας
ομολογείν σοφόν εστιν
εν πάντα είναι.
Ηράκλειτος


Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης καταργούν τα σύνορα και τις αποστάσεις. Η τηλεόραση φέρνει στο υπνοδωμάτιό μας επίκαιρες εικόνες εθνικής και διεθνούς εξαθλίωσης. Πόλεμοι, βία, φτώχεια, ασθένειες και υλικές καταστροφές μας προκαλούν σε εγρήγορση. Παρακολουθούμε τον ανθρώπινο πόνο βολεμένοι στη μονοτονία της καθημερινότητας, ταραγμένοι από το πολυτελές βάρος των ατομικών μας προβλημάτων.
Τα στιγμιότυπα της φρίκης διεγείρουν μέσα μας τη λύπη, τη συμπόνια και την αγανάκτηση. Ευχόμαστε για την ειρήνη, την πρόοδο και την ευημερία του κόσμου. Ενισχύουμε αποστολές βοήθειας προς τους πάσχοντες. Χρήματα, παλιά ρούχα και κονσέρβες.
Δίνουμε αυτά που μας περισσεύουν για να κερδίσουμε έμμεσα αυτά που έχουμε ανάγκη:
  • Βελτίωση της αυτοεικόνας μας.
  • Απάλυνση των αρνητικών συναισθημάτων και των ενοχών που μας φορτώνουν οι εικόνες της οδύνης.
  • Μείωση της προσωπικής μας ανασφάλειας, με την επαναφορά της τάξης και την απόδοση δικαιοσύνης.
Ο σύγχρονος άνθρωπος έμαθε να εξαντλεί την καλή του διάθεση στην αντικειμενική προσφορά. Ομάδες πρωτοβουλίας, σύλλογοι και οργανισμοί αναπτύσσουν ποικίλες δραστηριότητες βοήθειας. Ακόμη και ο χρόνος υποτάσσεται στην κοινωνική αναγκαιότητα. Κατατομείται ανθρωποκεντρικά. Ημέρα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του παιδιού, κατά των ναρκωτικών, κατά του AIDS. Η προσοχή όλων είναι στραμμένη στην εξωτερικότητα. Η ζωή αντικειμενικοποιείται. Αυτό που μετράει είναι η πράξη. Ο εργώδης άνθρωπος γίνεται κυρίαρχος της ιστορίας. Αληθινό και σημαντικό θεωρείται αυτό που φαίνεται.
Όμως, η αλήθεια δεν είναι πάντοτε φανερή. «Φύσις κρύπτεσθαι φιλεί».(1) Τα γνήσια έργα δεν αφορούν πάντοτε στην πραγματικότητα. Υπάρχει δράση αδρανής, λόγος σιωπής, δύναμη α-σθένειας. Η Αλήθεια είναι κατ’ εξοχήν εσωτερικό γεγονός. Εμπειρία άρρητη.
Για τον άνθρωπο του πνεύματος η κοινωνική προσφορά είναι πηγαία έκφραση της αγάπης. Δίνει επειδή δεν θεωρεί τίποτε δικό του. Έχει υπερβεί την αίσθηση της ιδιοκτησίας. Γνωρίζει πως τίποτε δεν του ανήκει. Ούτε ο ίδιος του ο εαυτός.
Η αντίληψη που έχουμε για τον εαυτό μας ως ατομικότητα αποσπασμένη από τον κόσμο, είναι ψευδής. Τα όρια που μας περιχαρακώνουν στην αυτονομία μας είναι φανταστικά. Το εγώ που επιδιώκει την εγωκεντρική του αυτοπραγμάτωση είναι καταδικασμένο σε θάνατο. Ό,τι απομονώνεται πεθαίνειι.
Τα πάντα προέρχονται από το Ένα και προορίζονται να επιστρέψουν στο Ένα. Ο άνθρωπος είναι από τη φύση του δεμένος με όλο το σύμπαν. Το σώμα του αποτελείται από τα ίδια στοιχεία που συνθέτουν τον υλικό κόσμο. Η ψυχή του γεννιέται από την πνοή του Θεού, η οποία κρατεί τα σύμπαντα. Είναι ενωμένος κατά φύση με τα πάντα και προορισμένος να αναβιώσει, με εμπειρική συμμετοχή, την ένωσή του με τα πάντα. Αυτή η ενωτική προοπτική τον αληθοποιεί και τον ζωοποιεί.
Όλα τα σημεία του συμπαντικού πεδίου επικοινωνούν μυστικά. Η ζωή μας επηρεάζει τη ζωή όλων. Η αγάπη είναι το ιερό πάθος συμμετοχής στην πορεία και αγωνία του κόσμου. Η συνειδητότητα της συμπαντικής ενότητας μέσα στον Θεό γεννά την αγάπη. Ο τέλειος εραστής της Αλήθειας, κατεβαίνει χαρούμενα στο ύψος της ταπείνωσης. Προσλαμβάνει την οδύνη. Συνθλίβεται αγιαστικά από τον συμπαντικό πόνο. Μέσα του χωρείται ο αχώρητος.
Είναι ο εραστής της έσχατης σοφίας. Ο Θεο-δόχος. Γνώση είναι η αγάπη. Αγάπη είναι η γνώση. Η καλή ελεημοσύνη είναι πράξη ελευθερίας και απελευθέρωσης. Οι ελεύθερες καρδιές ποτισμένες με την γλυκύτητα των δακρύων, συμπάσχουν και προσφέρονται.
Το μοίρασμα της περιουσίας με τους φτωχότερους, είναι το φυσικό επακόλουθο της εμπειρίας της συμπαντικής αγάπης. Η ακτημοσύνη και η εκούσια πτωχεία είναι η φυσική κατάσταση του ανθρώπου. Η προσφορά όταν δεν συνεπάγεται στερήσεις είναι υποκριτική και πνευματικά μάταιη.
Στέλνονται αποστολές βοήθειας στους πάσχοντες πληθυσμούς. Το πρόβλημα όμως δεν είναι να στείλουμε κάτι για να βοηθήσουμε. Εν τέλει δεν μας έχουν ανάγκη. Η χάρις του Θεού φροντίζει και γι’ αυτούς με τρόπο μυστικό και ακατάληπτο. Παρηγορεί, ενισχύει και λυτρώνει είτε μέσα από εμάς είτε χωρίς εμάς.
Ο Παντοκράτορας, ο οποίος οιακίζει τα πάντα (2) παρέχει και σε εμάς την δυνατότητα να ενεργοποιηθούμε μέσα στην αγάπη. Για την δική μας πνευματική προκοπή. Για να ζήσουμε την Αλήθεια δένοντας την ζωή μας με την ανθρωπότητα και το σύμπαν ολόκληρο, υπερβαίνοντας τους δεσμούς της ατομικής μας μιζέριας.
Προσφέροντας λοιπόν δεν κάνουμε χάρη σε κανένα. Εκπληρώνουμε το φυσικό μας χρέος απέναντι στην ζωή. Χάνουμε την ψυχή μας και την κερδίζουμε. Αποδεχόμαστε την οδύνη και χαιρόμαστε. Βαδίζουμε τον δρόμο του έσχατου νοήματος. Χαρίζουμε ολόκληρο τον εαυτό μας σε αυτούς που πάσχουν, και θεραπευόμαστε.

(1) Ηράκλειτος
(2) Παράφραση: "τα δε πάντα οιακίζει Κεραυνός". Ηράκλειτος

Τα όρια της επιστημονικής γνώσης

 
  
Το «Επιστημονικό κοσμοείδωλο»
που υποτίθεται ότι διέφερε από το μυθικό,
ήταν πάντοτε ένα νέο μυθικό κοσμοείδωλο.
Karl Jaspers*

Ο άνθρωπος υπερβαίνει την ατομικότητά του για να προσεγγίσει αυτό που υπάρχει πέρα και πάνω απ’ αυτόν. Δημιουργεί δεσμούς, σχέσεις με τον κόσμο ώστε να πετύχει την ολοκλήρωση. Υπάρχει πραγματικά, εφ’ όσον εξ-ίσταται (ex-istere). Όλα όσα τον περι-βάλλουν ενεργοποιούν μέσα του ένα απεριόριστο φάσμα γνωστικών δυνατοτήτων. Η γνώση απαλύνει την οδύνη του υπάρχειν, αίρει την αποξένωση και παραμυθεί την μοναξιά.
Η σχέση μας με τα δεδομένα του κόσμου είναι πολυδιάστατη. Για παράδειγμα η σχέση μας με το φεγγάρι θα μπορούσε να είναι:
Ερευνητική: Παρατήρηση με τηλεσκόπιο, προσδιορισμός τροχιάς, μεγέθους κλπ.
Θαυμασμού: Η γοητεία του φέγγους στην ερημιά της νύχτας.
Μεταφυσικού προβληματισμού: Γιατί να υπάρχει το φως και όχι το απόλυτο σκότος;
Πνευματικής ανατάσεως: Ευχαριστία και δοξολογία προς τον Δημιουργό του φωτός.
Εάν κάποιος περιορίσει την σχέση του με τον κόσμο στην έρευνα ή εάν η έρευνα καθορίσει τη σχέση του με τον κόσμο τότε δεν αξιοποιεί της υπόλοιπες υπαρξιακές του δυνατότητες
Η επιστημονική, αντικειμενική, γνωστική, μεθοδολογία ερευνά όλα τα φαινόμενα. Με την παρατήρηση, το πείραμα, την στατιστική ανάλυση, καταλήγει στην διατύπωση νόμων ή θεωρητικών προτάσεων, που ερμηνεύουν τους μηχανισμούς λειτουργίας του φυσικού κόσμου των ανθρώπων και των κοινωνιών.
Αυτή η γνωσιολογική προσέγγιση όμως είναι μερική, αποσπασματική, μονομερής, επιφανειακή και εξωτερική. Στόχος της είναι η πρακτική επέμβαση. Ο χειρισμός των όντων και των γεγονότων. Η ύπαρξη παραμένει αμέτοχη. Η υποκειμενικότητα ως ιδιαίτερη αντιληπτική και βιωματική δυνατότητα παραγκωνίζεται. Προέχει η αντικειμενική και ακριβής διατύπωση των πορισμάτων. Πρόκειται για γνώση αφηρημένη, θεωρητική, εννοιολογική, χρησιμοθηρική που δεν διαφωτίζει αυτόν που γνωρίζει.
Η φιλοσοφία, η τέχνη και η θρησκεία δεν αντιλαμβάνονται τον κόσμο έτσι όπως αντικειμενικά είναι, αλλά όπως η ύπαρξη τον νοηματοδοτεί, η αισθητική τον καλλύνει ή ο Θεός τον αποκαλύπτει. Ο δεσμός με το περιβάλλον δεν είναι νοητική κατασκευή αλλά βιωματική συμμετοχή. Εξέχουσα σημαντικότητα αποδίδεται στο πρόσωπο και όχι στα πράγματα. Στο υποκείμενο και όχι στο αντικείμενο. Στην εσωτερικότητα και όχι στην εξωτερικότητα. Ο άνθρωπος γνωρίζει με ολόκληρο το είναι του. Ο νους συνεργεί με την καρδιά. Η γνώση δεν είναι αφηρημένη μαθηματική διατύπωση αλλά ζωοποιός εμπειρία. Εφ’ όσον το σημαντικό δεν είναι ο έλεγχος των μηχανισμών του κόσμου, αλλά η ολοκλήρωση της ψυχής του ανθρώπου.
Η τεχνοκρατική, καταναλωτική νοοτροπία έχει ειδωλοποιήσει την γνώση της επιστημονικής μεθοδολογίας. Η αποδεικτική διεργασία ως κριτήριο εγκυρότητας έγινε το αναπόδεικτο δόγμα του αιώνα μας. Για να είναι αληθινό κάτι πρέπει να αποδεικνύεται. Να υποτάσσεται δηλαδή στην εξουσία της μαθηματικής λογικής. Αληθινό, θεωρείται αυτό που αντέχει στο stress της αποδεικτικής στενότητας, και όχι αυτό που διαυγάζει, ανορθώνει και τελειοποιεί την ανθρώπινη ύπαρξη.
Τις συνέπειες της δογματικής του ωφελιμισμού και της κατανάλωσης, υφίσταται άμεσα η εκπαίδευση. Η εγκυκλοπαιδική και τεχνολογική ενημέρωση αντικαθιστά την παιδεία. Τα σχολεία εκπίπτουν σε φτωχούς αναμεταδότες πληροφοριών. Το κέντρο βάρους μετατοπίζεται, από το σμίλευμα του προσώπου, στην προετοιμασία επαγγελματικής κατάρτισης. Η μαθηματική, τεχνικιστική νοοτροπία διαπερνά συνειδητά ή ασυνείδητα το νου του μαθητή και οικοδομεί μέσα του την οπτική της ανάλυσης. Ακούσια μυσταγωγία τον ορθολογισμό. Η λήθη σβήνει τις γνώσεις, αλλά αφήνει ανέπαφη την γνωστική νοοτροπία. Ως αληθινό θα πιστεύεται μόνο αυτό που υποτάσσεται στις αυθαιρεσίες της λογικής.
Δεν αποδεικνύεται όμως η ύπαρξη του Θεού, ούτε η ωραιότητα των χρωμάτων στην δύση του ήλιου. Γι’ αυτό σήμερα κυριαρχούν τα είδωλα και η ασχημία. Οι καρποί της στενοκέφαλης παιδαγωγίας έχουν την οσμή της ηρωίνης, του ψυχιατρείου και της εγκληματικότητας.
Ο προορισμός του ανθρώπου δεν είναι η τεχνο-οικονομική πρόοδος αλλά η υπαρξιακή αναμόρφωση, ο αγιασμός του προσώπου, η ένωση με τον Χριστό. Αυτές οι αλήθειες δεν αποδεικνύονται επιστημονικά. Αποκαλύπτονται εμπειρικά. Οι αποκαλύψεις του Θείου Λόγου οριοθετούν το βεληνεκές εγκυρότητας των επιστημονικών πορισμάτων. Ο Θεός επιτρέπει να υπάρχει και η επιστήμη. Όταν όμως αυτή διεκδικεί απόλυτο κύρος ή διεισδύει σε διαστάσεις που την υπερβαίνουν, εκπίπτει στον επιστημονισμό. Καταντά είδωλο που σκλαβώνει την ελευθερία και συρρικνώνει τις ανθρώπινες δυνατότητες.
Ο άνθρωπος είναι πλασμένος για να γνωρίσει τον εαυτό του, τον κόσμο και τον Θεό με το φως του Αγίου Πνεύματος. Αν περιορίσει το γνωσιολογικό του δυναμικό στις αρχές της επιστημονικής μεθοδολογίας, θα ζήσει το κενό, ξένος απ’ όλα, βυθισμένος στο ηλεκτρονικό σκοτάδι της ανόητης απελπισίας του.
Ο ευρύς νους δεν χωρά τον πόνο της καρδιάς. Η ακρίβεια της μεθόδου δεν οδηγεί στον δρόμο του Θεού. Οι διατυπώσεις των φυσικών νόμων δεν αποκαλύπτουν την πρόνοια της Θείας αγάπης. Ο ορθός λόγος δεν φτάνει το ύψος του Θείου Λόγου.
*Καρλ Γιάσπερς: Εισαγωγή στην Φιλοσοφία: Εκδ. Δωδώνη, Αθήνα. σελ. 163.